Ἕνας
πιγκουίνος πῆγε
νὰ
ζήσει στὴν
ἔρημο…
διότι
ἐκεῖ
οἱ
νομάδες βεδουίνοι,
ἔχουν
ροῦχα
ποὺ
μοιάζουν μὲ
τὸ
χρῶμα
τῆς
πλάτης του,
καὶ
τὸ
βράδυ ἡ
κοιλιὰ
τοῦ
γίνεται ἕνα
χρῶμα,
μὲ
τὸ
χρῶμα
τῆς
ἄμμου
στὸ
φῶς
τῶν
ἀστερiῶν…
Ἀπογοητευμένος,
διότι στὸ
φῶς
τοῦ
ἡλίου
τῶν
πάγων,
ἡ
καρδιὰ
τοῦ
ἔλειωσε
Τῶν
Κόσμων ποὺ
ἀγαπᾷ
…
Σκέφτηκε
λοιπὸν
νὰ
πάρει ἕνα
σακὶ
ἄμμου,
ἀπὸ
τὰ
βάθη τῆς
ἔρημου
καὶ
νὰ
τὰ
ρίξει
κάτω
ἀπὸ
τοὺς
πάγους στοὺς
πόλους τῆς
γῆς,
νὰ
στηρίζονται ἐκεῖ
τά παγόβουνα διὰ
νὰ
μὴ
λειώσουν..
Καλά,
δὲ μὲ πιστεύετε ;
Ἀπάτριδες
τῆς πίστης !
Μανόλιες
θὰ σᾶς φέρω
στὸν ὑγρὸ τάφο σας,
καὶ
γαρδένιες σὲ ἐσὰς ποὺ ἡ γῆ,
θὰ
σᾶς κάνει ἕνα μὲ τὸ κορμί της,
καὶ
θὰ γλυτώσετε τὰ ἔξοδα κηδείας…
Μὰ
ὁ πιγκουίνος εἰκόνα εἶναι …
Μεταφορικὴ
πολὺ, ἢ λίγο, δὲν ξεύρω,
ὅμως
λένε οἱ γραφὲς ὅτι ….
ἀνάμεσα
στὸ ἕνα καὶ στὸ μηδέν,
χωρᾷ
κάθε γῆ καὶ πατρίς,
ἀλλὰ
χωρὶς πιά καὶ ἐσὰς.
Αἴσωπος.
25
11 18