Λεξεις Μαγικές 3 - Mots Magiques 3


Σὲ ἕνα χωριὸ τῆς Ρουμανίας δὲν ὑπῆρχε ἱερέας, καὶ οἱ κάτοικοι πήγαιναν συχνὰ στὸν Πατριάρχη μὲ τὸ αἴτημα, τὴν πλήρωση τῆς κενῆς θέσης.
Ὅμως ὁ Πατριάρχης δὲν εἶχε τὴν δυνατότητα νὰ ἱκανοποιήσει τὸ αἴτημα τῶν ἀνθρώπων.
Πήγαιναν καὶ ξαναπήγαιναν οἱ κάτοικοι, ἀλλά, τίποτε ὁ Πατριάρχης τοὺς ἔλεγε τὰ ἴδια λόγια, «ὅτι δὲν ἔχω ἱερέα νὰ σᾶς στείλω στὸ χωριό».
Ἐντωμεταξὺ ἄλλοι πέθαιναν ἀδιάβαστοι, ἄλλοι εἶχαν γυναῖκες καὶ παιδιὰ χωρὶς γάμο, τὰ παιδιὰ καὶ οἱ μεγάλοι ἦταν ἀβάπτιστοι.
Μιὰ μέρα σταμάτησε ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ ἕνα αὐτοκίνητο καὶ κατέβηκε ἕνας ἱερέας ὅλο το χωριὸ ἀνάστατο «ᾖρθε παπὰς» φώναζαν.
Πῆγαν ἐκεῖ οἱ κάτοικοι, τὸν καλωσόρισαν καὶ τοῦ εἶπαν: πῶς ᾖρθες στὸ χωρίο ἀφοῦ ὁ πατριάρχης μᾶς εἶχε πεῖ ὅτι δὲν ἔχει παπὰ νὰ μᾶς στείλει;
Τότε ὁ ἱερέας τοὺς εἶπε «αὐτὸ δὲν θέλατε;» «δὲν θέλατε ἱερέα ;» «Νὰ ᾖρθα».
Ὅλο το χωριὸ χάρηκε στὴν παρουσία τοῦ νέου ἱερέα.
Ὁ Ἱερέας ἄρχισε ἀμέσως δουλειὰ πῆγε σὲ ὅλους τους τάφους καὶ διάβαζε τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία, βάπτισε καὶ πάντρεψε ὅλους στὸ χωριὸ λειτουργοῦσε τοὺς κοινωνοῦσε.
Μιὰ μέρα καλεῖ τοῦ χωρικοὺς καὶ τοὺς λέγει ὅτι: θὰ φύγω τελείωσε ἡ ἀποστολή μου.
Τότε τὸ χωριὸ ἀναστατώθηκε, «τώρα ποῦ ᾖρθε θὰ φύγεις ;».
Ὅμως ὁ ἱερέας δὲν ἄκουγε τοὺς κατοίκους καὶ ἐνέμενε στὴν ἀπόφασή του.
Ἀφοῦ οἱ χωρικοὶ κατάλαβαν ὅτι δὲν γινόταν τίποτε τὸν εὐχαρίστησαν γιὰ τὴν προσφορά του καὶ τὸν κατεβόδωσαν.
Μετὰ ἀπὸ μέρες πῆγαν στὸν Πατριάρχη νὰ τὸν εὐχαριστήσουν ποὺ τοὺς ἔστειλε παπὰ καὶ νὰ τοῦ ποῦν ὅταν μπορέσει νὰ τοὺς ξαναστείλει κάποιον ἱερέα, ἀλλὰ ὁ πατριάρχης δὲν ἤξερε τίποτε. Τοὺς εἶπε «ὅτι ἐγὼ δὲν ἔστειλα κανέναν παπὰ γιατί δὲν ἔχω, ὅμως περιμένετε μήπως ὁ πρωτοσύγκελος, σᾶς ἔστειλε κάποιον γιὰ νὰ σᾶς ἐξυπηρετήσει».
Πῆρε τηλέφωνο τὸν πρωτοσύγκελο ἀλλὰ οὔτε αὐτὸς εἶχε στείλει κανέναν.
Ὁ πατριάρχης τοὺς εἶπε τί ἔκανε αὐτὸς ὁ ἱερέας στὴν ἐνορία;
οἱ χωρικοὶ εἶπαν «μᾶς πάντρεψε, μᾶς βάπτισε, μᾶς ἔκανε τὶς κηδεῖες τῶν γονέων, μᾶς ἔκανε ὅτι κάνει ἕνας παπάς».
Καλὰ εἶπε ὁ πατριάρχης «δὲν σᾶς ἔδινε χαρτιὰ δὲν ἔγραφε τὰ μυστήρια ;».
«βεβαίως εἶπαν οἱ χωρικοί μας ἔδινε χαρτιὰ καὶ τὰ καταχώρισε στὰ βιβλία τοῦ Ναοῦ».
«– Δὲν εἴδατε τί ἔγραφε; καὶ πῶς ὑπέγραφε μὲ τί ὄνομα ;»
«–Ολα τὰ στοιχεῖα δέσποτα τὰ ἔγραφε στὰ ρουμανικὰ πολλὰ γράμματα δὲν ξέρουμε γιατί τὴν ὑπογραφὴ τὴν ἔβαζε σὲ ἄλλη γλῶσσα ποὺ δὲν ἔχουμε ξαναδεῖ.»
Ὁ πατριάρχης παρακάλεσε νὰ πᾶνε νὰ φέρουν τὰ βιβλία γιὰ νὰ δεῖ ποιὸς ἦταν αὐτὸς ὁ κληρικός.
Ὅταν τοῦ πῆγαν τὰ βιβλία ὁ πατριάρχης ἔμεινε ἔκθαμβος δὲν πίστευε στὰ μάτια τοῦ ὄντως ὅλα τα στοιχεῖα ἦταν γραμμένα στὰ ρουμανικὰ ἐνῷ τὸ ὄνομα τοῦ ἦταν γραμμένο στὰ Ἑλληνικὰ μὲ τὸ ὄνομα τῆς ὑπογραφῆς : «Νεκτάριος ἐπίσκοπος Πενταπόλεως.».


“ Ἄναρχε Θεέ, Σὺ ποὺ Δημιούργησες τὸν οὐρανό, καὶ Θεμελίωσες τὴν γῆ ἐπάνω στὰ νερά. Σὺ Ἔδωσες τὸν ἥλιο νὰ φωτίζει τὸν κόσμο ὅλο καὶ τὰ σύννεφα νὰ βρέχουν. Σὺ Χαρίζεις ἄφθονα τά ἀγαθά σου ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους. Σὺ Εὐεργετεῖς καλοὺς καὶ κακούς, σὰν ἀνεξίκακος καὶ Πανάγαθος. Ἄκουσε τώρα Πλουσιόδωρε Βασιλεῦ, τὴν δούλη σου ποὺ Σὲ παρακαλεῖ καὶ ὅποιος μνημονεύει τὸ μαρτύριό μου, πρὸς δόξα Τοῦ Ἁγίου Σοῦ Ὀνόματος, Ἀξίωσε τὸν νὰ μὴν τοῦ ἀγγίξει ποτὲ τὴν οἰκογενειῶν τοῦ ἀσθένεια κολλητική, οὔτε τὸ σπιτικό του ἀρρώστεια θανατηφόρα…
Κι ἐνῷ ἡ Ἁγία Βάρβαρα ἔλεγε τὴν προσευχὴ αὐτὴ ἄκουσε μιὰ ἀπόκοσμη γαλήνια, οὐράνια φωνὴ νὰ προσκαλεῖ κι αὐτὴν καὶ τὴν μάρτυρα Ἰουλιανὴ στὴν δόξα Τοῦ Οὐρανοῦ, καὶ νὰ τῆς ὑπόσχεται συγχρόνως ὅτι θὰ γινόταν πραγματικότης ἐκεῖνο ποὺ ζήτησε στὴν προσευχή της.
Πηγὴ : Ἀπὸ τὸν Βίο τῆς Ἁγίας Βαρβάρας.

Ἕνας ποὺ καμώνονταν
τν πολὺ σοφὸ συνάντησε
κάποτε στὸ δρόμο του
ναν πλοϊκὸ χωρικ
ποῦ πήγαινε στν κκλησία.

-Γιὰ ποῦ μὲ τὸ καλό; τν ρώτησε.
-Πάω στν κκλησία,
τοῦ ἀπάντησε ὁ χωρικός.
-Καὶ δὲ μοῦ λές,
τοῦ λέει ερωνικὰ ὁ σοφός.
Μήπως ξέρεις νὰ μοῦ πες,
ὁ Θεός σου εναι μεγάλος ἡ μικρός;
-Κι πὸ τὰ δύο.

-Δὲ γίνεται νὰ εναι καὶ τὰ δύο!

-Γίνεται, κύριε.
Νά, εναι τόσο μεγάλος,
ποῦ δὲν τν χωρον
οτε οἱ ορανοί,
λλὰ καὶ τόσο μικρός,
ποῦ μπορεῖ νὰ κατοικε
μέσα στν καρδιά μου.

Κι ὁ σοφός τα' χάσε
μὲ τὴ σοφὴ ἀπάντηση
τοῦ ἁπλοϊκο
μὰ πιστοῦ χωρικο.


Τί μεγαλομανία σ᾿ ἔχει πιάσει, ἀδελφέ μου, καὶ δὲν βρίσκεις ἡσυχία καὶ χτίζεις πατώματα ἀπάνω στὰ πατώματα, κι᾿ ἔχεις δυὸ τρία αὐτοκίνητα καὶ κότερα καὶ κάθε λογὴς μάταια πράγματα ! Γύρισε καὶ κύτταξε καὶ τὸν ἀδελφό σου, νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σου μὲ τὴν εὐλογημένη καλωσύνη, ποὺ τὴν ξεράνανε τὰ τσιμέντα, οἱ ψεύτικες κουβέντες, οἱ συμφεροντολογικὲς παρέες, οἱ συνοφρυωμένες ἀξιοπρέπειες . Ἂν δὲν μπορεῖς νὰ κάνεις θυσίες, τουλάχιστον νὰ συχαθεῖς τὴν ἀδικία. Μὴν ἀδικεῖς. Ἡ ἀδικία εἶναι σιχαμερὴ στρίγγλα, χωρίστρα τῶν ἀνθρώπων, ἀνθρωποκτονία σὰν τὸν πατέρα τὸν σατανᾶ .
Τί θὰ δίνανε πολλοὶ ἀπ᾿ αὐτούς, ποὺ κερδίσανε τὸν κόσμο καὶ χάσανε τὴν ψυχή τους, γιὰ νὰ νοιώσουνε ὅ,τι νοιώθουνε οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν χάσανε τὴν ψυχή τους! Ἂν τύχει νὰ ξεκόψει κανένας τέτοιος ἀπὸ ψεύτικη παρέα του καὶ βρεθεῖ στὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀχάλαστων, νοιώθει πὼς ζεῖ ἀληθινὰ καὶ σὰν ἀπογευθεῖ τὰ ἁγνὰ αἰσθήματα ὕστερα ἀπὸ τὴ ψευτιά, καταλαβαίνει τέτοια χαρά, ποὺ κάνει σὰν τὸν ἄνθρωπο ποὺ ξαναγεννήθηκε, σὰν τυφλὸς ποὺ εἶδε τὸ φῶς του . Κάτι τέτοιοι δὲν ξεκολλᾶνε πιὰ οἱ κακόμοιροι ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ἁπλῶν, τῶν γκαρδιακῶν ἀνθρώπων. Ἀλλὰ γιὰ νὰ ξεμακρύνει ἀπὸ τὰ ψεύτικα πρέπει νἄχει λίγη ψυχή. Ἀλλοιῶς δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει χωρὶς ψευτιά. Ὁ ἄμμος τῆς Σαχάρας, ὅση βροχὴ κι᾿ ἂν πέσει ἀπάνω του, δὲν φυτρώνει τίποτα . Ἂν πεῖς πάλι σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς ἄλλους, τοὺς φτωχούς, νὰ περάσει μισὴ ὥρα μὲ τὴν παρέα τῶν κοσμικῶν, καλύτερα ἔχει νὰ τὸ βάλεις στὸ μπουντρούμι, παρὰ νὰ βλέπει καὶ ν᾿ ἀκούγει ἐκεῖνα τὰ ψεύτικα κομπλιμέντα, τὶς ἀνάλατες συζητήσεις, τὰ κρύα χωρατά. Στὴ συναναστροφὴ ποὺ κάνουνε αὐτοὶ οἱ ψευτισμένοι, θαρρεῖς πὼς τοὺς χωρίζει ἕνας τοῖχος τὸν ἕναν ἀπὸ τὸν ἄλλον. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι, ποὺ ζοῦνε μακρυὰ ἀπὸ τὸν κόσμο, νοιώθουνε πὼς οἱ καρδιὲς τοὺς γίνονται ἕνα, πὼς ἀκουμπᾶ ὁ ἕνας ἀπάνω στὸν ἄλλον καὶ ξεκουράζεται .
Ἀγαπᾶ καὶ ἀγαπιέται, χαίρεται καὶ δίνει χαρά. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν σαρκικῶν ἀνθρώπων στέκεται ὁ διάβολος καὶ τοὺς κάνει νὰ μιλᾶνε ὁλοένα γιὰ λεφτὰ καὶ γιὰ τὰ ὅμοια, γιὰ νὰ μὴ γροικήσουνε οὔτε τὸ φαγὶ ποὺ τρῶνε. Ἀπὸ πάνω ἀπὸ τὴ συντροφιὰ τῶν ταπεινῶν στέκεται ὁ Θεός, κι᾿ ὅλα εἶνε εὐλογημένα .
Πετάξετε ἀπὸ πάνω σας τὴν ψευτιά. Ἀνοίξετε τὰ πανιά, νὰ τὰ φουσκώσει ὁ καθαρὸς ἀγέρας τοῦ πελάγου. Νὰ δροσισθεῖ ἡ ψυχή σας, νὰ νοιώσετε πὼς ζητᾶ ἀληθινὰ κι᾿ ὄχι ψεύτικα .
Φώτης Κόντογλου .

« Μπορεῖ ἑκατομμύρια ἄνθρωποι
νὰ πήραν τὴν ἀποφάσῃ κι ἔχουν
ἐγκαταλείψει κάθε εὐαισθησία,
νὰ ἔχουν γίνει χοντρόπετσοι γιὰ
να μὴν πληγώνονται.»

« Πληρώνουν ὅμως βαρὺ τίμημα.»

« Ἴσως νὰ μὴ πληγωθοὺν ξανά, ἀλλὰ
οὔτε εὐτυχία θὰ αἰσθανθοὺν ξανά.»


Osho


« Θ ρθει μέρα πο νθρωπος θ ξυπνήσει π τν λήθη κα θ καταλάβει πιτέλους ποις εναι πραγματικ κα σ ποιν παρέδωσε τ νία τς παρξής του, σ να παραπλανητικ μυαλό, ψευδ, πο τν κρατ κα τν καθιστ σκλάβο. »

« νθρωπος δν χει ρια κα ταν μι μέρα θ τ καταλάβει κα θ τ συνειδητοποιήσει, θ εναι λεύθερος κα δ σε ατν τν κόσμο. »

« Ετε μς ρέσει ετε δν μς ρέσει, μες εμαστε ατία το αυτο μας. χοντας γεννηθε σ ατν τν κόσμο, πέφτουμε στν ψευδαίσθηση τν συναισθημάτων, πιστεύουμέ σε τι βλέπουμε. γνοομε πς εμαστε τυφλο κα κουφοί. Τότε μς πιτίθεται φόβος κα ξεχνμε πς εμαστε θεϊκοί, πς μπορομε ν λλάξουμε τν πορεία τν συμβάντων, κόμα μέχρι κα τ ζδιακ κύκλο. »

« Δν γνωρίζω τ πότε, λλ γνωρίζω πς χουμε ρθει πάρα πολλο ατν τν αἰῶνα γι ν ναπτύξουμε τέχνες κα πιστμες, γι ν βάλουμε τ θεμέλια νς νέου πολιτισμο πο θ νθίσει, πρόσμενα, ναπάντεχα, τότε πο ξουσία θ χει τν ψευδαίσθηση πς χει νικήσει! »
Λόγια ποὺ ἔγραψε ὅταν ζοῦσε
Ὁ Ἰταλὸς Giordano Bruno
1548 - 1600.

« Μ’ ἀρέσει Ὁ Χριστός σας.
Δὲν μ’ ἀρέσουν οἱ χριστιανοί σας.
Οἱ χριστιανοί σας
εἶναι τόσο διαφορετικοὶ
ἀπὸ Τὸν Χριστό.»

« Τὴ μέρα ποῦ ἡ δύναμη τῆς ἀγάπης
θὰ ὑπερνικήσει
τὴν ἀγάπη τῆς δύναμης,
ὁ κόσμος θὰ γνωρίσει τὴν εἰρήνη.»

« Ἕνας δειλὸς εἶναι ἀνίκανος
νὰ δείξει ἀγάπη.
Αὐτὸ εἶναι προνόμιο
τῶν γενναίων.»

Μαχάτμα Γκάντι.
1869 – 1948


Pendant mes dernières vacances, au bord de la mer, un matin en arrivant sur la plage, j'ai découvert des milliers d'étoiles de mer qui s'étaient échouées dans la nuit. J'étais complètement estomaqué par ce spectacle quand je vois un petit garçon au bord de la mer qui prend une étoile de mer entre ses deux doigts et la rejette à la mer.
Pendant que je m'approche, il continue sa tâche en essayant de lancer les étoiles de mer le plus loin possible dans la mer. Arrivé près de lui, je le félicite pour ce qu'il a entrepris mais je lui fais remarquer que c'est une tâche impossible :
Même si tu continues tout le temps à les rejeter, une par une, à la mer, compte tenu des milliers et des milliers d'étoiles de mer qui se sont échouées, à la fin de la journée, on ne verra pas beaucoup la différence sur la plage.
A ce moment là, le jeune garçon, qui venait de prendre délicatement une étoile de mer s'est redressé, il m'a regardé droit dans les yeux et avec un grand sourire, il m'a dit :
D'accord, peut-être que ça ne changera pas beaucoup de choses sur la plage, mais, pour cette étoile de mer-là, ça fait une sacrée différence.
Anonyme.


Τίποτε δὲν εἶναι μεγαλύτερο ἀπ' τὴν καθαρὴ καρδιά, γιατί μιὰ τέτοια καρδιὰ γίνεται θρόνος Τοῦ Θεοῦ . Καὶ τί εἶναι ἐνδοξότερο ἀπὸ τὸ θρόνο Τοῦ Θεοῦ ; Ἀσφαλῶς τίποτε .
Λέει Ὁ Θεὸς γι' αὐτοὺς ποῦ ἔχουν καθαρὴ καρδιὰ :
«Ἐνοικήσω ἐν αὐτοῖς καὶ ἐμπεριπατήσω, καὶ ἔσομαι αὐτῶν Θεός, καὶ αὐτοὶ ἔσονται μοὶ λαὸς» (Β' Κορ. 6,16).
Ποιοὶ λοιπὸν εἶναι εὐτυχέστεροι ἀπ' αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους ;
Καὶ ἀπὸ ποιὸ ἀγαθὸ μπορεῖ νὰ μείνουν στερημένοι ; Δὲν βρίσκονται ὅλα τ' ἀγαθὰ καὶ τὰ χαρίσματα Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὶς μακάριες ψυχές τους ;
Τί περισσότερο χρειάζονται ; Τίποτε, στ' ἀλήθεια, τίποτε !
Γιατί ἔχουν στὴν καρδιὰ τοὺς τὸ μεγαλύτερο ἀγαθὸ : Τὸν Ἴδιο Τό Θεὸ !
Πόσο πλανιοῦνται οἱ ἄνθρωποι ποῦ ἀναζητοῦν τὴν εὐτυχία μακριὰ ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους, στὶς ξένες χῶρες καὶ τὰ ταξίδια, στὸν πλοῦτο καὶ στὴ δόξα, στὶς μεγάλες περιουσίες καὶ στὶς ἀπολαύσεις, στὶς ἡδονὲς καὶ σ' ὅλες τὶς χλιδὲς καὶ ματαιότητες ποῦ κατάληξή τους ἔχουν τὴν πίκρα !
Ἡ ἀνέγερση τοῦ πύργου τῆς εὐτυχίας ἔξω ἀπὸ τὴν καρδιά μας, μοιάζει μὲ οἰκοδομή ποῦ χτίζεται σὲ ἔδαφος ποῦ σαλεύεται ἀπὸ συνεχεῖς σεισμούς .
Σύντομα ἕνα τέτοιο οἰκοδόμημα θὰ σωριαστεῖ στὴ γῆ ...
Ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως.


Ἡ ἀδιαφορία γιὰ Τὸν Θεὸ φέρνει τὴν ἀδιαφορία καὶ γιὰ ὅλα τά ἄλλα- φέρνει τὴν ἀποσύνθεση. Ἡ πίστη Στὸν Θεὸ εἶναι μεγάλη ὑπόθεση. Λατρεύει ὁ ἄνθρωπος Τὸν Θεὸ καὶ ὑστέρα ἀγαπάει καὶ
τοὺς γονεῖς του, τὸ σπίτι του, τοὺς συγγενεῖς του, τὴν δουλειά του, τὸ χωριό του, τὸν νομό του, τὸ κράτος του, τὴν πατρίδα του. Ἕνας ποῦ δὲν ἀγαπάει Τὸν Θεό, τὴν οἰκογένειά του, δὲν ἀγαπάει τίποτε·καὶ φυσικὰ δὲν ἀγαπάει οὔτε τὴν πατρίδα του, γιατί καὶ ἡ πατρίδα εἶναι μία μεγάλη οἰκογένεια. Θέλω νὰ πῶ, ὅλα ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾶνε. Δὲν πιστεύει ὁ ἄνθρωπος Στὸν Θεό, καὶ μετὰ οὔτε γονεῖς οὔτε οἰκογένεια οὔτε χωριὸ οὔτε πατρίδα ὑπολογίζει. Καὶ αὐτὰ εἶναι ποῦ πᾶνε τώρα νὰ διαλύσουν, γι' αὐτὸ δημιουργοῦν μία κατάσταση ρεμπελιό. Μοῦ ἔγραφε ἕνας ἀστυνομικός: «Δὲν μπόρεσα νὰ ἔρθω, γιατί μοῦ ἔπεσε πολλὴ δουλειά. Μείναμε δύο στὴν περιοχή, ἐνῷ ἔπρεπε νὰ εἴμαστε ὀκτώ». Ἀκοῦς πράγματα; Ἀντὶ τώρα νὰ προσθέσουν ἄλλους δύο, ἀφήνουν μόνο δύο!
(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ B΄ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)



Un article très – très intéressant déjà publié ailleurs :

Un chaman brésilien révèle

le côté obscur de la « pensée positive »

Bien sûr, à Esprit science métaphysiques nous croyons en la pensée positive, mais il est intéressant de voir et de comprendre certains aspects souvent ignorés de cette pratique.
Vous a-t-on déjà dit que vous devriez «penser positivement» et que vos problèmes disparaîtront?
Ou qu’afin d’obtenir ce que vous voulez dans la vie, tout ce que vous devez faire est de le visualiser et que cela finira par apparaître?
C’est une approche de la vie qui est populaire depuis des décennies grâce à des livres comme «Réfléchissez et devenez riche» » et «Comment se faire des amis et influencer les autres».
Mais cela nous aide-t-il vraiment à mener une vie plus gratifiante et significative?
«Pas vraiment», selon ce chaman brésilien initié dans les traditions de la forêt amazonienne.
Dans un article publié dans Huffington Post, Rudá Iandé révèle le côté obscur de la pensée positive.


Le côté obscur de la pensée positive : «Concentrez-vous sur la puissance de vos pensées et vous transformerez ainsi votre réalité.»

Des milliers de livres, des ateliers et des gourous de l’entraide répètent le même mantra: « Changez vos pensées, changez votre vie ».
Si seulement la mythique de « la loi d’attraction » fonctionnait pour la moitié des gens qui l’ont essayé ! Nous aurions un plus grand Hollywood pour toutes les stars de la pensée positive, des milliers de nouvelles îles privées pour les millionnaires de la pensée positive et de grandes industries n’existant que grâce au succès des PDG de la pensée positive. Il n’y aurait pas assez de ressources sur la planète pour réaliser les rêves d’une nouvelle génération de magiciens en possession du «Secret».
La pensée positive est comme la version New Age de la croyance au Père Noël. Tout ce que vous avez à faire est de faire une liste des choses qu’il vous faut, d’imaginer que cela vient à vous, et puis de vous asseoir et attendre que l’Univers vous le livre à domicile. La pensée positive prétend vous donner la clé de votre avenir le plus désiré juste en imaginant que celui-ci est déjà arrivé. En procédant de cette façon, vous attirez de la matrice universelle tout ce que vous voulez. Restez 100% positif pendant une assez longue période, et votre nouvelle réalité se matérialisera simplement à partir de vos pensées.

Il y a deux problèmes à cela: 1) C’est épuisant, et 2) C’est souvent inefficace.

La pensée positive vous apprend

à ignorer vos véritables sentiments.

En fait, ce que la pensée positive vous apprend réellement c’est à vous hypnotiser en ignorant vos vrais sentiments. Cela crée une sorte d’étroitesse d’esprit. Vous commencez à verrouiller votre conscience dans une bulle dans laquelle vous n’existez que comme votre «moi supérieur», toujours souriant, plein d’amour et de bonheur, magnétique et irrésistible. Vivre à l’intérieur de cette bulle pourrait paraître bien à court terme, mais avec le temps, la bulle éclatera. C’est parce que chaque fois que vous vous forcez à être positif, la négativité augmente. Vous pouvez nier ou réprimer les pensées et les émotions négatives, mais elles ne peuvent pas disparaître.
La vie est pleine de défis, et faire face à ces défis quotidiennement déclenche toutes sortes de pensées et d’émotions, y compris la colère, la tristesse et la peur. Essayer d’éviter ce que vous considérez comme ‘négatif’ et vous en tenir uniquement au ‘positif’ est une énorme erreur. Lorsque vous niez vos vrais sentiments, vous dites à une partie de vous-même que vous êtes quelqu’un de mauvais, que vous êtes une ombre, que vous n’êtes pas «au bon endroit». Vous construisez un mur dans votre esprit et votre psyché se divise. Lorsque vous tracez en vous une limite entre ce qui est acceptable et ce qu’il ne l’est pas, 50 % de qui vous êtes est en refus. Vous essayez toujours d’échapper à votre ombre. C’est un voyage épuisant qui peut mener à la maladie, à la dépression et à l’anxiété.
Nous nous efforçons d’être heureux, et plus nous essayons, plus nous devenons frustrés. La frustration en plus de l’épuisement mène à la dépression. Les gens deviennent frustrés car ils ne peuvent répondre à l’archétype du succès vendu par Hollywood. Ils sont épuisés du combat qu’ils mènent contre eux-mêmes, et sont déprimés parce qu’ils ne sont pas en phase avec leur véritable nature.

Vous pouvez finir par être en guerre avec vous-même.

Vous pouvez consacrer votre vie à mener une guerre contre vous-même. L’autre approche consiste à reconnaître que vous êtes un être humain avec un grand potentiel, et d’apprendre à accueillir à bras ouverts l’ensemble de votre humanité. Arrêtez de diviser vos pensées et vos émotions en pensées «positives» et «négatives». Après tout, qui décide de ce qui est positif ou négatif ? Où trace-t-on la ligne entre le bien et le mal en nous ? Dans notre monde intérieur, cela n’est pas toujours très clair. Même les émotions les plus difficiles ont une fonction importante dans la vie. Le chagrin peut apporter de la compassion, la colère peut vous aider à surmonter vos limites, et l’insécurité peut devenir un catalyseur de croissance, mais seulement si vous leur donnez de l’espace dans votre for intérieur. Au lieu de vous battre contre votre propre nature, vous pouvez utiliser les défis de la vie pour progresser.
Beaucoup de gens se retrouvent souvent avec de nombreuses craintes, désespérés de ne pas connaître plus de succès. Ils pensent que le succès est une sorte d’oasis où ils pourront se reposer du monstre imaginaire de l’échec qui les poursuit constamment. Mais cette oasis se révèle être un mirage, qui disparaît dès que vous vous en rapprochez.
Mon conseil pour ces personnes est de faire le contraire de la pensée positive. Je les invite à imaginer le pire scénario possible, à explorer ce qui se passerait si leurs peurs les plus profondes devenaient réalité. En faisant cela, la peur cesse d’être monstrueuse. Et, toutes ces personnes pourront ainsi se rendre compte que même s’ils échouent, ils pourront se lever et essayer à nouveau. Ils apprendront de leurs expériences. Ils deviendront plus sages et plus aptes à réaliser leurs rêves ultérieurement. Sans aucun sentiment d’insuffisance, ils pourront profiter de la vie et laisser place à la créativité. Ils se rendront compte que le pouvoir qu’ils donnent à leurs peurs peut être consciemment utilisé pour créer la réalité qu’ils veulent.


Acceptez le contraste de la vie.

Je crois au contraste de la vie. Lorsque vous acceptez tout l’éventail de votre être – y compris la tristesse, la colère, l’insécurité et la peur – toute l’énergie utilisée pour lutter contre vous-même redevient alors disponible pour vivre et créer. Il y a la même quantité d’énergie dans la «positive attitude» que dans ce que vous appelez négatif ou ombre. Les émotions sont une force pure de la vie, et vous ne pouvez accéder à la pleine puissance de votre conscience que lorsque vous laissez manifester l’intégralité de vos émotions. Bien évidemment, il y aura de la douleur, de la tristesse et de la colère, tout comme il y aura de l’amour, de la joie et de l’enthousiasme. Ces émotions trouveront leur équilibre naturel, et cet équilibre est beaucoup plus sain que de faire une distinction entre le bon et le mauvais.
Les humains sont des rêveurs, dans tout les sens du terme. Nous pouvons accomplir une grande partie de nos rêves au cours d’une vie, mais nous ne pourrons pas tous les réaliser. Mais les objectifs de vie les plus importants que nous devons accomplir avant de mourir, c’est la façon dont nous vivons actuellement. Avec une conscience et un sens de l’humour, nous pouvons embrasser la totalité de notre être et vivre une vie de l’âme. Au-delà de notre concept du «positif» et du «négatif», il y a la beauté, le mystère et la magie de notre véritable être qui méritent d’être honorés et célébrés. Cela est disponible pour chacun d’entre nous en ce moment même.
Rudà Iandé est un chaman et un coach de vie. Il est le fondateur de Primal Source et travaille comme entraîneur dans le développement personnel pour des clients privés et aide aussi des équipes d’entreprises à dépasser de nombreux limitations de soi et à exploiter leur créativité, et leur pouvoir personnel.
Pour Esprit science métaphysiques la vraie pensée positive n’a rien à voir avec le fait de vouloir posséder plus que vous n’en avez besoin.
Il ne s’agit pas de posséder un manoir, une île privée et avoir des millions sur votre compte en banque. En fait tout cela est plutôt lié à la négativité.
Cet article tente de renforcer l’acceptation selon laquelle nous devrions être heureux avec ce que nous avons, afin d’avoir davantage d’abondance dans notre vie et ce n’est pas faux.
Mais lorsque nous avons des vraies pensées positives, nous réalisons qu’aucune de ces choses n’est vraiment importante. L’amour et l’humilité sont des choses positives, tout comme s’occuper d’un autre, ou de veiller à ce que son voisin se porte bien.
Vouloir une nouvelle voiture, une nouvelle télé, une île, un grand compte bancaire, une renommée internationale, un grand profil sabote la loi d’attraction et n’est certainement pas positif.
Laissez-nous vos impressions dans les commentaires, nous sommes curieux de les connaître.
https://www.espritsciencemetaphysiques.com/cote-obscur-de-la-pensee-positive.html



Conte soufi
Un homme très pauvre dans un village avait un splendide cheval blanc. Même les rois l'enviaient et lui en offraient un prix fabuleux, mais le vieil homme refusait en disant :
- Pour moi ce cheval n'est pas un animal, c'est un ami, aussi le vendre m'est impossible !
Un beau matin l'animal n'était plus dans l'écurie, il avait disparu.
Tout le village se rassembla et le traita de vieux fou :
- On t'avait bien dit de le vendre, tu serais riche aujourd'hui et maintenant te voila sans cheval ! Quel malheur! quelle malchance!
Le vieil homme répliqua :
- Vous allez trop loin. Le cheval n'est plus dans l'écurie. C'est tout... Qui vous permet de juger et de dire si c'est une chance ou une malchance ?
Les gens se mirent à rire croyant que le vieil homme était devenu fou.. En effet, il coupait son bois, continuait à ne se préoccuper de rien ; cet homme était donc fou !
Deux semaines plus tard, le cheval qui n'avait pas été volé mais s'était échappé revint en compagnie d'une douzaine de chevaux sauvages.
De nouveaux les villageois arrivèrent et dirent :
- Tu avais raison vieil homme, nous nous trompions en parlant de malheur. En réalité c'était une bénédiction. Nous sommes désolés !
Le vieil homme répondit :
- Vous allez encore trop loin! Le cheval est revenu avec douze compagnons, c'est tout. Ne jugez pas à nouveau ! Vous ne connaissez qu'un fait isolé et à moins de ne connaître toute l'histoire personne ne peut conclure.
Le vieil homme avait un fils unique qui en dressant les chevaux sauvages se cassa les deux jambes.
Les villageois revinrent encore et ne purent s'empêcher de juger :
- Tu avais raison, ce n'était pas une bénédiction, mais un nouveau malheur. Ton seul soutien de vieillesse. Te voila plus pauvre que jamais!
Le vieil homme leur répondit :
- Juger est une manie chez vous ! mon fils s'est cassé les jambes. Qui sait si c'est un bien ou un mal, c'est ainsi !
Quelques semaines plus tard le pays entra en guerre.
Tous les jeunes furent mobilisés et envoyés au front sauf le fils du vieil homme. Le village tout entier pleurait et dit au vieil homme :
- Tu avais raison. Ton fils a beau
être mal en point il est près de toi., tandis que nos fils sont partis pour toujours !
Le vieil homme dit :
- Il est décidément impossible de parler avec vous, vous n'arrêtez pas de juger ! Dites simplement que vos fils ont été enrôlés de force dans l'armée et non le mien ! Personne ne saura jamais si c'est un malheur ou un bienfait hormis Dieu.
Tu ne jugeras pas sinon tu ne pourras jamais faire un avec le tout. Tu resteras obsédé par des fragments, tu tireras des conclusions à partir de faits infimes.

Osho..


Alors qu'ils traversaient un champ agricole, un sage maître et un de ses élèves trouvèrent sur le bord de la route de vieilles chaussures, très abîmées. Elles appartenaient sûrement à un de ces agriculteurs qui travaillaient au milieu des champs.

L'élève dit alors à son maître : "Et si on faisait une blague à ce pauvre agriculteur. On va cacher ses chaussures pour voir sa réaction quand il ne les retrouvera plus".

Le maître dit à son élève : "Il n'est pas sage de prendre plaisir au mal d’autrui. Tu peux toujours te faire plaisir en faisant du bien aux autres. Tu es riche me semble t-il, je te propose de déposer quelques billets de banque dans chacune des chaussures de ce pauvre agriculteur. On se mettra à l’abri des regards et on regardera de loin sa réaction quand il découvrira cet argent".

"Très bonne idée maitre", lui répond l'élève.

Il met un peu d'argent dans les chaussures et se met derrière un arbre avec son maître. Quelques minutes plus tard, l'agriculteur arrive. Il essaye d’enfiler ses chaussures quand il découvre stupéfait qu’elles contenaient de l’argent. Il regarde longuement ces billets dans ses mains pour s'assurer qu'il ne s'agissait pas d'un rêve. Ensuite, il regarde longuement autour de lui. Et ne voyant personne, il comprit que ce petit trésor lui était destiné.

C'est alors qu'il se prosterna longuement, puis les larmes aux yeux, il leva ses mains au ciel et dit à très haute voix : "Merci seigneur. Merci seigneur. Merci seigneur, Toi qui as su que ma femme était très malade, Toi qui as su que mes enfants avaient faim et qu'ils n'avaient rien à manger. Merci de m'avoir aidé. Merci d’avoir sauvé mes enfants". Il répéta plusieurs fois ces remerciements, ses invocations et ses louanges au Tout Miséricordieux.

" N’est ce pas mieux que ce que tu voulais faire", dit le maître.

Profondément ému par l'image que lui offrait cet agriculteur, l'élève fond en larmes. Après un long silence, il dit à son maitre : J’ai appris une leçon terrible et compris une chose essentielle que je n'oublierai jamais : Tu es encore plus heureux quand tu donnes que quand tu reçois".

Le sage lui dit alors : "sache mon enfant qu'il existe plusieurs type de dons.

- Le fait de pardonner, c'est un don.

- Faire des invocations pour ton frère ou ta sœur en son absence est un don

- Essayer de trouver des excuses pour couvrir ton frère ou ta sœur est un don

Saches mon enfant que le meilleur des bonheurs est celui que tu procureras aux autres, aux pauvres, aux nécessiteux et tous les laissés pour compte".
Bonne méditation...




Que le « M » majuscule devienne « aime » minuscule et que « aime » minuscule grandisse jusqu’à devenir « AIME » majuscule.
Ceci te semble sibyllin et pourtant, si tu réfléchis bien, tu constateras qu’il n’en est rien. 
Nous te laissons chercher et méditer sur cette phrase
La « fleur empoisonnée » sous bien des aspects paraît inoffensive et, sans le moindre soupçon, vous continuez à lui accorder votre confiance. 
Son but, non-avoué, a pour objet de vous acculer afin que vous demeuriez sous son emprise et ,par là même, sous la domination des plus sombres machinations.
Cette fleur qui en fait n’en est pas vraiment une prend, pour vous séduire et vous attirer, les formes les plus tentantes, celles qui vont vous paraître inoffensives, celles qui vont vous donner envie de les suivre.
Votre monde, mes petits, croule sous cette puissance et nous essayons de vous ouvrir les yeux pour qu’enfin vous réagissiez. 
Cela vient, de plus en plus, mais il vous est demandé de poursuivre dans cette voie avec le plus d’ardeur et de détermination possible. 
Voyez votre grandeur et ne vous laissez plus piéger par tout ce qui veut vous faire douter et vous maintenir sous son joug.
Vous êtes tout puissant et pour votre malheur vous l’oubliez trop souvent.
Comme vous ne vous imprégnez pas assez de cette vérité, vous ne vous en servez pas. 
C’est pourquoi nous nous manifestons de diverses façons, pour vous prouver encore une fois, que vous êtes bien plus que ce que vous pouvez croire. 
Cet appel retentit aux fins fonds de l’Infini et vous donne aujourd’hui, à vous enfants qui êtes prêts, une nouvelle pulsion pour une plus grande réalisation. 
Sachez combien nous vous aimons et à quel point nous vous accordons notre confiance.
Par cet appel qui vous est fait, vous allez pouvoir prouver vos innombrables qualités et votre soif de parvenir à dominer toute situation.
Nous vous aimons et tendons vers vous nos « bras super puissants » toujours prêts à vous soutenir !
Les guides de Sylvie.
15 1 2018

La diffusion et la circulation de ce message sont  vivement conseillées. L'heure est venue pour faire rayonner à une plus grande échelle, ces énergies nouvelles, porteuses de Joies ! Pour recevoir automatiquement les messages des guides de Sylvie envoyer un courriel vide à  Source-de_Joie-subscribe@yahoogroupes.fr
Ou aller directement sur le site : http://fr.groups.yahoo.com/group/Source-de_Joie/ Vous pouvez diffuser ce message à condition que l'intégralité en soit conservée et que la source ne soit pas modifiée.  Merci.


Ἁπλά. Νὰ στὸ πῶ ἁπλά: Μὴν τὰ παρατᾶς. Ὁ,τιδήποτε σὲ κάνει νὰ πιστεύεις ὅτι ἀξίζει τὸν κόπο, ὀ,τιδήποτε εἶναι καλό, ὀ,τιδήποτε κάνει τὴν καρδιά σου ἀληθινὰ χαρούμενη, νὰ τὸ κυνηγήσεις. Μὴν τὸ παρατᾶς. Τόσο ἁπλά. Ἡ ζωὴ μᾶς εἶναι πολὺ μικρὴ γιὰ νὰ ἀφήνουμε τὸ χρόνο νὰ κυλάει ἄσκοπα. Ἀδιάφορα. Εἶχες μιὰ εὐκαιρία νὰ κάνεις τὰ πράγματα πιὸ ὄμορφα; Μὴν τὴν ἀφήσεις νὰ χαθεῖ ! Γιὰ ὄνομα τοῦ Θεοῦ ! Ἀκόμη κι ἂν ὅλα εἶναι ἐναντίον σου, πάλεψέ το. Μ’ἀκοῦς; Ἡ ἐλπίδα εἶναι πάντα ἐδῶ. Καὶ περιμένει νὰ τῆς χαμογελάσουμε. Γιατί ἐκείνη πάντα μας χαμογελάει ἀπ’τὴν ἀπέναντι ἄκρη. Στὸν κάθε ἄνθρωπο ποὺ συναντοῦμε. Σὲ κάθε εὐκαιρία μας. Σὲ κάθε μᾶς ἀνάσα. Σὲ κάθε ἀναστεναγμὸ καὶ δάκρυ.
Σὲ κάθε μᾶς ἐκ βαθέων προσευχή.



Une nouvelle recherche révèle,

que se plaindre, 

vous rend littéralement malade

et vous tue à petit feu.



Tout le monde le fait à un moment ou un autre, mais jusqu’à quel point la plainte est-elle bonne pour la santé? On pourrait la considérer comme une simple décharge de frustration et la justifier comme un moyen nécessaire pour rester sain d’esprit.
La personne moyenne se plainau moins une fois par minute au cours d’une conversation.
Etant donné que nous faisons tous l’expérience de la négativité ou de situations non désirées dans notre vie, c’est un terrain d’entente sûr lequel nous pouvons tous nous identifier.
En fin de compte, rien ne change vraiment grâce à nos plaintes ou tous les sentiments et pensées négatifs que nous dissipons et qui finissent par nous affaiblir.
Axés à l’origine sur le négatif comme un moyen de survie, nous aurions tendance à être plus en accord avec ce que nous ne voulons pas ou apprécier de le changer (d’y apporter un changement). Plus nous posons notre regard sur quelque chose qui peut être blessant, plus nous sommes programmés pour être sur nos gardes.
Se plaindre est une façon de reconnaître un problème sans essayer de le régler. Cela alimente le problème avec plus d’énergie et crée plus de stress. Les plaintes sont à égalité avec le tabagisme lorsqu’il s’agit de notre système de soins de santé.
Le stress causé par le fait de se plaindre endommage constamment les neurones dans l’hippocampe et altère sa capacité à créer de nouveaux neurones ou des chemins neuronaux. L’hippocampe est la partie du cerveau utilisée pour résoudre les problèmes et le fonctionnement cognitif.
Lorsque vous écoutez quelqu’un d’autre se plaindre cela vous affecte de la même manière que si c’était vous-même qui vous plaigniez. Voici quelques façons de limiter les effets de la plainte.

Définissez la plainte, suivez sa fréquence et prenez conscience à chaque fois que vous vous plaignez et pourquoi vous le faites

Une plainte et une constatation sont différentes dans le sens où l’une est une déclaration et l’autre est un sentiment ou une opinion jointe à la déclaration. « Il fait vraiment chaud à l’extérieur » est une observation. Elle devient une plainte lorsque vous y ajoutez « Il fait vraiment chaud à l’extérieur, et je commence en avoir marre ».
Soyez attentif lorsque vous annoncez une plainte et jusqu’à quel point vous le faites. Vous pouvez le faire devant votre écran ou même en vous parlant à vous-même. Comprendre à quel point cela est un vrai problème est une première étape.

Prenez vos distances avec les pleurnicheurs incorrigibles

Maintenant que vous savez à quel point il est nuisible d’être entouré de personnes qui se plaignent constamment. Si vous êtes coincé dans une situation ou un lieu, essayez d’être proactif et productif vis à vis des problèmes, et proposez des solutions.

Transformez la plainte en quelque chose d’autre

Par exemple avec des déclarations positives telles que, « Je n’aime pas conduire pour aller au travail, mais je suis reconnaissant d’avoir un emploi ». Ne laissez pas vos paroles finir sur une note négative.
Une autre excellente façon de le faire est par le changement, le « Je dois aller au travail » peut être remplacé par, « J’ai la chance d’aller travailler aujourd’hui ».
Une des meilleures façons de retirer les déclarations négatives dans votre vie est en retirant de vos phrases le mot « Je » ou « Moi ». Faites ce que vous avez à faire mais évitez de tirer l’attention sur vous-même si vous ne parvenez pas à être positif.
Sources
Sandra Véringa





Δεν είναι δράση, έχε το υπόψη σου, είναι αντίδραση.



Αντιδράς. Κάποιος σε προσβάλει, σου πατάει ένα κουμπί κι εσύ αντιδράς – θυμώνεις, του βάζεις τις φωνές. Κι αυτό εσύ το λες δράση; Δεν είναι δράση, έχε το υπόψη σου, είναι αντίδραση. Εκείνος σε κατευθύνει κι εσύ κατευθύνεσαι. Σου έχει πατήσει ένα κουμπί κι εσύ αρχίζεις να λειτουργείς σαν μηχανή.
Όπως πατάς ένα κουμπί κι ανάβει το φως, όπως πατάς ένα κουμπί και σβήνει το φως, αυτό ακριβώς κάνουν και σ’ εσένα οι άνθρωποι.
Σε ανάβουν και σε σβήνουν.
Κάποιος έρχεται και σε επαινεί και φουσκώνει το εγώ σου κι εσύ νιώθεις πολύ σπουδαίος. Κι ύστερα έρχεται κάποιος άλλος και σε κεντρίζει κι εσύ ξεφουσκώνεις και πέφτεις σαν άδειο σακί στο χώμα.
Δεν είσαι κύριος του εαυτού σου.
Ο οποιοσδήποτε μπορεί να σε προσβάλει και να σε κάνει στεναχωρημένο, θυμωμένο, εξοργισμένο, ταραγμένο, βίαιο, τρελό.
Και ο οποιοσδήποτε μπορεί να σε επαινέσει και να σε κάνει να νιώσεις πως είσαι μεγάλος και σπουδαίος, ότι ο Μέγας Αλέξανδρος δεν είναι τίποτα συγκρινόμενος μ’ εσένα.
Κι εσύ αντιδράς σύμφωνα με το πως σε κατευθύνουν οι άλλοι.
Αυτό δεν είναι πραγματική δράση.
Ο Βούδας περνούσε από ένα χωριό και οι άνθρωποι μαζεύτηκαν κι άρχισαν να τον προσβάλλουν. Και χρησιμοποιούσαν τις προσβλητικότερες λέξεις που μπορούσαν να βρουν.
Ο Βούδας στάθηκε, τους άκουσε σιωπηλά κι ύστερα είπε:
“Σας ευχαριστώ που ήρθατε για μένα, εγώ όμως βιάζομαι. Πρέπει να φτάσω στο επόμενο χωριό, που με περιμένουν. Δεν μπορώ να σας δώσω περισσότερο χρόνο σήμερα. Αύριο όμως που θα επιστρέψω, θα έχω περισσότερο χρόνο. Μπορείτε να ξαναμαζευτείτε κι αν αύριο έχει απομείνει κάτι που θέλατε να πείτε σήμερα και δεν μπορέσατε, ελάτε να μου το πείτε.
Σήμερα όμως, συγχωρείστε με.”
Εκείνοι οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να πιστέψουν στα αυτιά και στα μάτια τους: Αυτός ο άνθρωπος έμεινε εντελώς ατάραχος. Ένας από αυτούς ρώτησε: “Δεν μας άκουσες; Τόσα πράγματα σου είπαμε κι εσύ δεν έδωσες καμία απάντηση!”
Ο Βούδας είπε: “Αν θέλατε να απαντήσω, τότε ήρθατε αργά. Έπρεπε να είχατε έρθει πριν δέκα χρόνια. Μέσα σ’ αυτά τα δέκα χρόνια όμως, έχω σταματήσει να κατευθύνομαι από τους άλλους. Δεν είμαι πια σκλάβος, είμαι κύριος του εαυτού μου. Δρω σύμφωνα με τον εαυτό μου, δρω σύμφωνα με την εσωτερική μου ανάγκη. Δεν μπορείτε να με αναγκάσετε να κάνω τίποτα. Θέλατε να με προσβάλλετε και είπατε ό,τι είχατε να πείτε. Πολύ καλά. Νιώστε ικανοποιημένοι. Σε ό,τι αφορά όμως εμένα, εγώ δεν παίρνω τις προσβολές σας. Κι αν δεν τις πάρω, δεν έχουν κανένα νόημα”.
Όταν κάποιος σε προσβάλλει, πρέπει να αποδεχτείς αυτό που λέει – μόνο τότε μπορείς να αντιδράσεις. Αν όμως δεν το αποδεχτείς, αν κρατήσεις απόσταση, αν παραμείνεις ψύχραιμος, τότε τι μπορεί να κάνει εκείνος;
Ο Βούδας είπε: “Αν ρίξετε έναν αναμμένο πυρσό μέσα στο ποτάμι, θα παραμείνει αναμμένος μέχρι να φτάσει στο ποτάμι. Τη στιγμή που πέφτει μέσα στο ποτάμι, όλη η φωτιά φεύγει – το ποτάμι τη σβήνει. Εγώ έχω γίνει ποτάμι. Ρίχνετε προσβολές πάνω μου. Τη στιγμή που τις ρίχνετε, είναι φωτιά, τη στιγμή όμως που φτάνουν σ’ εμένα, όλη η φωτιά τους σβήνει. Δεν πληγώνουν πια. Εσείς πετάτε αγκάθια, καθώς όμως πέφτουν μέσα στη σιωπή μου, γίνονται τριαντάφυλλα.
Εγώ δρω από τη δική μου εσωτερική φύση”.

ΕΠΙΓΝΩΣΗ, ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ ΓΙΑ ΝΑ ΖΕΙΣ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΑ
OSHO
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΕΜΠΕΛ

" En vérité, Dieu peut tout sans exception.
l'impossible devient possible
et le possible devient impossible. "

Mâ Ananda Moyî.



Νασραντν μπκε στ εροπλάνο κι ταν πογειώθηκαν, ρχισε ν περπατάει στ διάδρομο. θελε ν φτάσει πι γρήγορα στν προορισμό του, γιατί βιαζόταν!
Θ μποροσε ν χαλαρώσει, θ μποροσε ν νιώσει νετα, θ μποροσε πλς ν κλείσει τ μάτια του κα ν ξεκουραστε.
νομάζω θρησκευόμενο κενον τν νθρωπο πο εναι χαλαρός, κενον πο νιώθει νετα, κενον πο ξεκουράζεται μέσα σ’ ατ τ συμπαντικ κυκλικ κίνηση, γνωρίζοντας τι ο συμπαντικς δυνάμεις δουλεύουν, τι δν πάρχει καμία βιασύνη κι τι δν χει κανένα νόημα ν βιάζεται διος.
ν μπορομε ν εμαστε να μ τ συμπαντικ ρμονία, ατ εναι ρκετό. Κι ατ εναι εδαιμονία.
Κρυμμένα Μυστήρια
OSHO



Ἕνας θρῦλος τοῦ 19ου αἰῶνα λέει ὅτι ἡ Ἀλήθεια καὶ Τὸ Ψέμα συναντήθηκαν κάποτε. Τὸ Ψέμα καλημέρισε τὴν Ἀλήθεια τῆς εἶπε «Ὡραία μέρα σήμερα». Ἡ Ἀλήθεια γιὰ νὰ βεβαιωθεῖ κοίταξε γύρω καὶ τὸν οὐρανὸ καὶ ὄντως ἡ μέρα ἦταν ὡραία.
Περπάτησαν γιὰ λίγο ὥσπου ἔφτασαν σὲ ἕνα μεγάλο πηγάδι γεμάτο νερό. Τὸ Ψέμα βούτηξε τὸ χέρι του στὸ νερὸ καὶ γυρίζοντας στὴν Ἀλήθεια τῆς εἶπε «Ὡραῖο καὶ ζεστό το νερό. Θὲς νὰ κολυμπήσουμε μαζί ;». Καὶ πάλι ἡ Ἀλήθεια ἦταν καχύποπτη. Δοκίμασε ὅμως μὲ τὸ χέρι τῆς τὸ νερὸ καὶ πράγματι ἦταν ζεστό. Μπῆκαν λοιπὸν καὶ οἱ δυό τους στὸ νερὸ καὶ κολυμποῦσαν γιὰ ἀρκετὴ ὥρα, ὅταν ξαφνικά το Ψέμα, βγῆκε ἀπὸ τὸ πηγάδι, φόρεσε τὰ ροῦχα τῆς Ἀλήθειας καὶ ἐξαφανίστηκε.
Ἡ Ἀλήθεια θυμωμένη βγῆκε γυμνὴ τρέχοντας παντοῦ ψάχνοντας γιὰ τὸ Ψέμα νὰ πάρει τὰ ροῦχα της. Ὁ κόσμος ποὺ τὴν ἔβλεπε γυμνή, γύριζε τὸ βλέμμα τοῦ ἀλλοῦ εἴτε ἀπὸ ντροπὴ εἴτε ἀπὸ θυμό. Ἡ φτωχὴ Ἀλήθεια ντροπιασμένη γύρισε στὸ πηγάδι καὶ χώθηκε ἐκεῖ γιὰ πάντα.
Ἔκτοτε τὸ Ψέμα γυρίζει ἀνενόχλητο ντυμένο σὰν Ἀλήθεια ἰκανοποιώντας τὰ τερτίπια τοῦ κόσμου, ὁ ὁποῖος μὲ κανένα τρόπο δὲν θέλει νὰ δεῖ τὴ γυμνὴ Ἀλήθεια.



(Ὁ πίνακας μὲ τὴν Ἀλήθεια νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ πηγάδι εἶναι τοῦ Γάλλου Jean-Léon Gérôme, 1896)






Κι αυτό θα περάσει (OSHO).

Ένας βασιλιάς ζήτησε από τους σοφούς του στην αυλή, «Φτιάχνω ένα πολύ όμορφο δαχτυλίδι για τον εαυτό μου. Έχω ένα από τα καλύτερα διαμάντια που υπάρχουν. Θέλω να κρύψω μέσα στο δαχτυλίδι κάποιο μήνυμα που ίσως να με βοηθήσει σε κάποια στιγμή απόλυτης απελπισίας. Πρέπει να είναι πολύ μικρό για να μπορεί να παραμείνει κρυμμένο κάτω από το διαμάντι στο δαχτυλίδι».
Ήταν όλοι τους σοφοί άνθρωποι, ήταν όλοι τους σπουδαίοι λόγιοι· θα μπορούσαν να γράψουν σπουδαίες πραγματείες. Αλλά να του δώσουν ένα μήνυμα όχι μεγαλύτερο από δυο τρεις λέξεις το οποίο θα τον βοηθούσε σε στιγμές απόλυτης απελπισίας… Σκέφτηκαν, έψαξαν στα βιβλία τους, αλλά δεν μπορούσαν να βρουν τίποτε.
Ο βασιλιάς είχε ένα γέρο υπηρέτη ο οποίος ήταν σχεδόν σαν πατέρας του -είχε υπάρξει υπηρέτης του πατέρα του. Η μητέρα του βασιλιά είχε πεθάνει νωρίς και αυτός ο υπηρέτης τον είχε φροντίσει, κι έτσι δεν του φέρονταν σαν υπηρέτη. Ο βασιλιάς έτρεφε τεράστιο σεβασμό για εκείνον. Ο γέρος είπε, «Δεν είμαι σοφός, δεν έχω γνώσεις, δεν είμαι λόγιοςˑ όμως ξέρω το μήνυμα – επειδή υπάρχει μόνο ένα μήνυμα. Και αυτοί οι άνθρωποι δεν μπορούν να σου το δώσουν· μπορεί να δοθεί μόνο από έναν μυστικιστή, από έναν άνθρωπο που έχει συνειδητοποιήσει τον εαυτό του. Στα τόσα χρόνια που έχω ζήσει στο παλάτι έχω συναντήσει κάθε λογής ανθρώπους, και κάποτε, συνάντησα ένα μυστικιστή. Ήταν καλεσμένος του πατέρα σου κι εγώ μπήκα στην υπηρεσία του. Όταν θα έφευγε, ως ένδειξη ευγνωμοσύνης για τις υπηρεσίες μου, μου έδωσε αυτό το μήνυμα» – και ο γέρος το έγραψε σε ένα μικρό κομμάτι χαρτί. Το δίπλωσε και είπε στον βασιλιά, «Μην το διαβάσεις, απλά κράτησέ το κρυμμένο μέσα στο δαχτυλίδι. Να το ανοίξεις μόνο όταν όλα τα άλλα έχουν αποτύχει, όταν δεν υπάρχει διέξοδος».
Αυτή η στιγμή ήρθε σύντομα. Η χώρα δέχθηκε εισβολή και ο βασιλιάς έχασε το βασίλειό του. Το είχε σκάσει με το άλογό του για να σωθεί και τα άλογα του εχθρού τον ακολουθούσαν. Ήταν μόνος τουˑ εκείνοι ήταν πολλοί. Έφτασε σε ένα μέρος όπου το μονοπάτι σταματούσε, κατέληγε σε αδιέξοδο· υπήρχε μόνο ένας γκρεμός και μια βαθιά κοιλάδα· αν έπεφτε θα ήταν νεκρός. Δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω, ήταν ο εχθρός εκεί και μπορούσε να ακούσει τους ήχους των οπλών των αλόγων. Δεν μπορούσε να προχωρήσει μπροστά, και δεν υπήρχε άλλος δρόμος…
Ξαφνικά θυμήθηκε το δαχτυλίδι. Το άνοιξε, έβγαλε το χαρτί, και υπήρχε ένα μικρό μήνυμα τεράστιας αξίας: Απλά έλεγε, «Και αυτό θα περάσει». Μια μεγάλη σιωπή τον τύλιξε καθώς διάβαζε τη φράση, «Και αυτό θα περάσει».
Και πέρασε.
Όλα περνάνε· τίποτε δεν μένει σε αυτόν τον κόσμο. Οι εχθροί που τον ακολουθούσαν θα πρέπει να χάθηκαν στο δάσος, θα πρέπει να πήραν διαφορετικό μονοπάτι· ο ήχος από τις οπλές των αλόγων τους χάθηκε, σιγά σιγά, και δεν τους άκουγε πια.
Ο βασιλιάς ένιωσε τεράστια ευγνωμοσύνη για τον υπηρέτη και τον άγνωστο μυστικιστή. Αυτές οι λέξεις αποδείχθηκαν θαυματουργές. Δίπλωσε το χαρτί, το έβαλε πίσω στο δαχτυλίδι, συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και ξανά ανέκτησε το βασίλειό του. Και την ημέρα που έμπαινε στην πρωτεύουσα, νικητής, έγινε μια μεγάλη γιορτή σε όλη την πρωτεύουσα. Μουσική, χορός – ένιωθε πολύ περήφανος για τον εαυτό του.
Ο ηλικιωμένος άνδρας ήταν εκεί, και περπατούσε δίπλα στο άρμα του. Είπε στον βασιλιά, «Και αυτή η στιγμή είναι κατάλληλη: κοίταξε ξανά το μήνυμα».
Ο βασιλιάς είπε, «Τι εννοείς; Τώρα είμαι νικητής, οι άνθρωποι γιορτάζουν. Δεν είμαι σε απελπισία, δεν είμαι σε μια κατάσταση στην οποία δεν υπάρχει διέξοδος».
Ο ηλικιωμένος άνδρας είπε, «Άκου. Αυτό μου έχει πει ο άγιος: αυτό το μήνυμα δεν είναι μόνο για την απελπισία, είναι και για τη χαρά. Δεν είναι μόνο για όταν είσαι ηττημένος. είναι επίσης και για όταν είσαι νικητής – όχι μόνο για όταν είσαι ο τελευταίος, αλλά και για όταν είσαι ο πρώτος».
Και ο βασιλιάς άνοιξε το δαχτυλίδι, διάβασε το μήνυμα, «Και αυτό θα περάσει». Και ξαφνικά η ίδια γαλήνη, η ίδια σιωπή, ανάμεσα στα πλήθη, που χαίρονταν, γιόρταζαν, χόρευαν… όμως η περηφάνια, ο εγωισμός είχε φύγει.
Όλα περνάνε.

Μία από τις πιο σημαντικές πνευματικές διδασκαλίες του OSHO








Φώτιση και έρωτας (OSHO)




ταν κανες χει προσδοκίες, πάντοτε νιώθει σύγχυση. Τώρα, ποιός σου επε τι ο φωτισμένοι χουν περβε τ σέξ; Κα μέσως λές: «ν κα ρωτας εναι σπουδαία μπειρία». Γιατί, λοιπόν, ποκλείεις τος φωτισμένους π ατ τν μορφη μπειρία; λλ δέα τι ο θρησκευόμενοι νθρωποι -κα διαίτερα ο φωτισμένοι-εναι γαμοι, χει περάσει στος νθρώπους, δ κα πολλος αἰῶνες.
Ποτ δν πρξα γαμος. νάμεσά σε τόσες μορφες γυνακες κα μ θέλεις ν κάνω τν καλόγερο; Εναι σν ν στέκεσαι διψασμένος, μπροστά σε μι μορφη πηγή, πο τρέχει πεντακάθαρο νερ κα ν μν πίνεις νερό, πειδ εσαι φωτισμένος! Ξέχνα λες ατς τς νοησίες! Θ σχοληθ ργότερα μ τ φώτιση. Γι τν ρα, πίνω π’ ατ τν μορφη πηγή. Καί, πιπλέον, τ χεις παρανοήσει. χω πράγματι πε τι ο φωτισμένοι χουν περβε τ σέξ, λλ ποτ δν επα τι χουν περβε τν ρωτα. Εναι να σύνθετο φαινόμενο.
Νομίζεις πς τ σξ εναι ρωτας; Εναι πλς βιολογικ σκλαβιά. Στν πραγματικότητα, μόνο νας φωτισμένος μπορε ν κάνει ρωτα. Ατ πο σ νομάζεις ρωτα εναι πλς βιολογικ γυμναστική. Δν ξέρεις τί σημαίνει ν κάνεις ρωτα. Γι’ ατό σου λέω τι νας φωτισμένος ντρας κα μι φωτισμένη γυνακα εναι ο πι μορφοι ραστές. Δν χρειάζεται ν εναι σεξουαλικο οτε χρειάζεται ν μν εναι σεξουαλικοί. φωτισμένος νθρωπος εναι λεύθερος.
γ μιλάω γι τ Ζορμπ τ Βούδα. Πρτα εμαι Ζορμπς κι στερα εμαι Βούδας. Κα ν θυμσαι, ν χω ν διαλέξω νάμεσα στος δύο, θ διαλέξω τ Ζορμπά, χι τ Βούδα, πειδ Ζορμπς μπορε πάντοτε ν γίνει Βούδας, ν Βούδας περιορίζεται στν γιοσύνη του. Δν μπορε ν πάει στ ντίσκο κα ν γίνει Ζορμπάς. Κα γι μένα, λευθερία εναι ψηλότερη ξία. Δν πάρχει τίποτε μεγαλύτερο, τίποτε πολυτιμότερο, π τν λευθερία.
φώτισή μου μ χει λευθερώσει π τ πάντα, κόμα κι π τν δια τ φώτιση.
Κα τώρα φτάνουμε στ κρίσιμο σημεο: κενοι πο μ μπιστεύονται, θ ξακολουθον ν μ μπιστεύονται, κόμα κι ν μ δον vα πίνω σαμπάνια, πειδ μ μπιστεύονται χωρς ρους. Δν λένε: “Θ σ μπιστεύομαι μόνο μέχρι ν’ ρχίσεις ν πίνεις σαμπάνια.” μπιστοσύνη δίνεται χωρς ρους.
θ θελα ν μ γνωρίσεις σ λη μου τν λευθερία, πειδ ατ εναι πο σ θέλω ν εσαι: ντελς λεύθερος, χωρς σπάγκους ν σ κατευθύνουν.
ΖΟΡΜΠΑΣ Ο ΒΟΥΔΑΣ
OSHO


Prends ton sourire


Prends ton sourire,
Et donne-le à celui qui n'en a jamais reçu.
Prends un rayon de soleil
Et fais-lui pénétrer les ténèbres.
Découvre une source
Et purifie celui qui est dans la boue.
Prends une larme
Et dépose-la sur le visage de celui
Qui ne sait pas pleurer.


Prends le courage
Et mets-le au coeur de celui qui ne peut plus lutter.
Découvre un sens à la vie
Et partage-le avec celui qui ne sait plus où il va.
Prends dans tes mains l'espérance
Et vis dans la lumière de ses rayons.
Prends la bonté
Et donne-là à celui qui ne sait pas donner.
Découvre l'amour
Et fais le connaître à tous.
GANDHI.



Λόγια Σοφίας :
"Пазете си душите.
Нямате ли вяра - сте изгубени"
Παρακολουθήστε τις ψυχές σας.
Δεν έχετε πίστη - είστε χαμένοι”


Dobry Dobrev.
1914 ~ 2018



Αν ο νους σου είναι φρέσκος,

είναι φρέσκος και ο κόσμος (Osho)





Χάνε το παρόν και θα ζεις μια ζωή πληκτική, βαρετή, ανιαρή. Να είσαι στο παρόν και θα εκπλαγείς που τίποτα δεν είναι πληκτικό.
Άρχισε κοιτάζοντας γύρω σου λίγο περισσότερο σαν παιδί. Γίνε και πάλι παιδί! Έχεις ξεχάσει την αμεσότητα, την οικειότητα.


Έχεις κόψει τις γέφυρες. Η γνώση λειτουργεί σαν τοίχος. Η αθωότητα λειτουργεί σαν γέφυρα.

Άρχισε να κοιτάζεις πάλι σαν παιδί.

Πήγαινε στην παραλία κι άρχισε να μαζεύεις κοχύλια. Δες ένα παιδί που μαζεύει κοχύλια. Είναι τόσο συγκλονισμένο, λες κι έχει ανακαλύψει ολόκληρο ορυχείο διαμαντιών.
Δες το παιδί που φτιάχνει κάστρα από άμμο, πόσο απορροφημένο είναι, σαν να μην υπάρχει τίποτα σπουδαιότερο στον κόσμο από το να φτιάχνει κάστρα.
Μη ζεις σαν να γνωρίζεις. Δεν γνωρίζεις τίποτα! Τη στιγμή που γνωρίζεις κάτι, εμφανίζεται η πλήξη. Η διαδικασία της γνώσης είναι τέτοια περιπέτεια, στην οποία δεν μπορεί να υπάρξει η πλήξη. Με τη γνώση, ασφαλώς μπορεί να υπάρξει. Με τη διαδικασία της γνώσης όμως δεν υπάρχει.
Και να σου θυμίσω ότι δεν μιλάω για καμιά θεϊκή γνώση, για καμιά εσωτερική γνώση, απλώς μιλάω γι αυτήν εδώ τη ζωή.
Απλώς κοίταξε γύρω σου με λίγο περισσότερη καθαρότητα, λίγο περισσότερη διαύγεια και θα δεις η ζωή δεν είναι καθόλου πληκτική, αλλά ότι είναι καταπληκτική.
Αν όλα σου φαίνονται παλιά, αυτό σημαίνει ο νους σου είναι παλιός, έχει μουχλιάσει.
Αν ο νους σου είναι φρέσκος, είναι φρέσκος και ο κόσμος. Το ζήτημα δεν είναι ο κόσμος, αλλά ο καθρέφτης.
Αν υπάρχει σκόνη πάνω στον καθρέφτη, τότε ο κόσμος είναι παλιός. Αν δεν υπάρχει σκόνη, τότε πως μπορεί να είναι παλιός;
Αν τα πράγματα παλιώνουν, τότε νιώθεις πλήξη. Όλοι νιώθουν πλήξη μέχρι θανάτου.
Κοίταξε τα πρόσωπα των ανθρώπων.
Κουβαλάνε τη ζωή σαν βάρος, τη βαριούνται, δεν έχει νόημα γι’ αυτούς, μοιάζει με εφιάλτη, με κακό αστείο, με κόλπο που κάνει κάποιος εναντίον τους για να τους βασανίσει. Έτσι, η ζωή δεν είναι γιορτή, δεν μπορεί να είναι. Πώς να είναι γιορτή, όταν ο νους είναι βαρύς, γεμάτος αναμνήσεις; Μα ακόμα κι όταν γελάς, το γέλιο σου κουβαλάει την πλήξη σου. Κάνεις προσπάθεια για να γελάσεις και γελάς μόνο από ευγένεια.


Βαριέμαι

OSHO

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΕΜΠΕΛ





ARRÊTE !
Laisse partir les gens qui ne sont pas prêts à t'aimer !
C'est la chose la plus difficile que tu auras à faire dans ta vie, et elle sera aussi la plus importante : arrête de donner ton amour à ceux qui ne sont pas prêts à t'aimer.
Arrête d'avoir des conversations difficiles avec des gens qui ne veulent pas changer.
Arrête d'apparaître pour les gens qui sont indifférents à ta Présence.
Arrête d'aimer les gens qui ne sont pas prêts à t'aimer.
Je sais que ton instinct est de tout faire pour gagner les bonnes grâces de tous ceux qui t'entourent, mais c'est aussi l'impulsion qui te volera ton temps, ton énergie et ta santé mentale, physique et spirituelle ...
Quand tu commences à te manifester dans ta vie, complètement, avec joie, intérêt et engagement, tout le monde ne sera pas prêt à te trouver à cet endroit de pure sincérité ...
Ça ne veut pas dire que tu dois changer ce que tu es.
Ça veut dire que tu dois arrêter d'aimer les gens qui ne sont pas prêts à t'aimer.
Si tu es exclu(e), insulté(e) subtilement, oublié(e) ou facilement ignoré(e) par les personnes à qui tu offres ton temps, tu ne te fais pas une faveur en continuant à leur offrir ton énergie et ta vie.
La vérité, c'est que tu n'es pas pour tout le monde ...
Et que tout le monde n'est pas pour Toi ...
C'est ce qui rend ce monde si spécial, quand tu trouves les quelques personnes avec qui tu as une amitié, un amour ou une relation authentique ... Tu sauras à quel point c'est précieux ...
Parce que tu as expérimenté ce qui ne l'est pas ...
Mais plus tu passes de temps à essayer de te faire aimer de quelqu'un qui n'en est pas capable ...
Plus tu perdras de temps à te priver de cette même connexion ...
Il y a des milliards de personnes sur cette planète, et beaucoup d'entre elles vont se retrouver avec toi, à leur niveau, avec leur vibration, de là où elles en sont ...
Mais ...
Plus tu restes petit(e), impliqué(e) dans l'intimité des gens qui t'utilisent comme un coussin, une option de second plan, un(e) thérapeute et un(e) stratège à leur guérison émotionnelle ...
Plus de temps tu restes en dehors de la communauté que Tu désires.
Peut-être que si tu arrêtes d'apparaître, tu seras moins recherché(e) ...
Peut-être que si tu arrêtes d'essayer, la relation cessera ...
Peut-être que si tu arrêtes d'envoyer des textos, ton téléphone restera sombre pendant des jours et des semaines ...
Peut-être que si tu arrêtes d'aimer quelqu'un, l'amour entre vous va se dissoudre ...
Ça ne veut pas dire que tu as ruiné une relation !
Ça veut dire que la seule chose qui tenait cette relation était l'énergie que TOI et TOI SEUL(E) engageais pour la maintenir à flots.
Ce n'est pas de l'amour. C'est de l'attachement.
C'est vouloir donner une chance à qui n'en veut pas !
La chose la plus précieuse et la plus importante que tu as dans ta vie, c'est ton énergie.
Ce n'est pas que ton temps puisqu'il est est limité ...
C'est ton énergie ! Ce que tu donnes chaque jour est ce qui se créera de plus en plus dans ta vie.
C'est ceux à qui tu donneras ton temps et ton énergie, qui définiront ton existence.
Quand tu te rends compte de ça, tu commences à comprendre pourquoi tu es si impatient(e) quand tu passes ton temps avec des gens qui ne te conviennent pas, et dans des activités, des lieux, des situations qui ne te conviennent pas.
Tu commences à réaliser que la chose la plus importante que tu peux faire pour ta vie, pour toi-même et pour tous ceux que tu connais, c'est protéger ton énergie plus farouchement que n'importe quoi d'autre.
Fais de ta vie un refuge sûr, dans lequel seules les personnes "compatibles" avec toi sont autorisées.
Tu n'es pas responsable de sauver les gens.
Tu n'es pas responsable de les convaincre qu'ils doivent être sauvés.
Ce n'est pas ton travail d'exister pour les gens et de leur donner ta vie, petit à petit, instant après l'instant !
Parce que si tu te sens mal, si tu te sens dans le devoir, si tu te sens obligé(e), tu es la racine de tout ça par ton insistance, en ayant peur qu'ils ne te rendent pas les faveurs que tu leur as accordées ...
Il est de ton seul fait de réaliser que tu es l'aimé(e) de ton destin, et d'accepter l'amour que tu penses mériter.
Décide que tu mérites une amitié réelle, un engagement véritable, et un amour complet avec les personnes qui sont saines et prospères.
Puis attends ... juste pour un moment ...
Et regarde à quel point tout commence à changer ..

Auteur Inconnu.




Σκεφτόμουν πῶς ἕνας μικρούλης, τοσοδούλικος ἰὸς κατάφερε νὰ γονατίσει ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα. “
Ὑπάρχει μιὰ ἄγνωστη καὶ ἀόρατη δύναμη ποὺ δημιουργεῖ ἀλλὰ καὶ καταστρέφει, καὶ αὐτὴ ἡ δύναμη μᾶς λέει πὼς ὅσο ἰσχυρὸς καὶ πλούσιος κι ἂν νομίζεις πὼς εἶσαι «ἐγὼ μπορῶ νὰ σὲ καταστρέψω». “
Δὲν ἔχουμε τὴν ταπεινότητα νὰ παραδεχτοῦμε αὐτὴ τὴν ἀλήθεια καὶ νὰ βελτιωθοῦμε ὡς εἶδος. “
Ἀκόμα πιστεύουμε πὼς εἴμαστε ἰσχυροὶ καὶ ἀφέντες τοῦ κόσμου καὶ πὼς θὰ κατακτήσουμε τὰ πάντα. “
Νομίζω πὼς τὸ μήνυμα ποὺ ὀφείλουμε νὰ κατανοήσουμε δὲν ἀφορᾷ ποιὸς μπορεῖ νὰ εἶναι κατακτητὴς καὶ ποιὸς μπορεῖ νὰ κυριαρχήσει πάνω στὸ πεπρωμένο του. “
Τὸ μήνυμα ἀφορᾷ τὸν ἐπαναπροσδιορισμὸ τῶν προτεραιοτήτων μας καὶ τὴν ἀνάγκη νὰ ἀλλάξουμε τρόπο ζωῆς. “
Ἐπικεντρωθεῖτε περισσότερο στὴν ἠθικὴ καὶ στὶς πνευματικὲς ἀρετὲς καὶ λιγότερο στὴν ὕλη. “
Περισσότερο στὸ νὰ χτίσετε εἰλικρινεῖς σχέσεις καὶ κοινότητες καὶ ὄχι συγκροτήματα πολυκατοικιῶν. “
Πρέπει νὰ ἑστιάσουμε περισσότερο στὸ νὰ δημιουργοῦμε ἁρμονία καὶ εἰρήνη καὶ λιγότερο στὸ νὰ βλάπτουμε ἀνθρώπους ! “
Ἀροῦν Γκάντι

Ὁ Ἀροῦν Γκάντι εἶναι ἐγγονὸς τοῦ Μαχάτμα Γκάντι καὶ ζεῖ στὶς ΗΠΑ. Γεννήθηκε τὸ τὸ 1934 καὶ εἶναι κοινωνικοπολιτικὸς ἀκτιβιστής, τὸ πέμπτο ἐγγόνι τοῦ Μαχάτμα Γκάντι ἀπὸ τὸ δεύτερο γιό του, τὸν Μανιλάλ.
 
 
 

PRIÈRE A L'UNIVERS

Ralentis le rythme effréné de mes pensées.

Apaise les battements de on cœur.

Pour que je puisse mieux t'écouter.

Ralentis mes pas

Rappelle-moi de faire une pause

dans ma journée

Pour méditer, pour respirer.

Le soir venu, des désirs

qui brûle encore en moi

Les chardons de l'impatience

qui consument mon corps et mon âme.

Libère mon cœur des regrets et des attentes.

Apprends-moi le calme des montagnes.

Enseigne-moi la tranquillité des grands lacs

La sérénité de l'océan

La légèreté des fleurs de printemps.

Aide-moi à vivre simplement

A demeurer immobile plus longtemps

A conserver des moments de silence

Pour que je puisse mieux m'entendre.

Enseigne-moi ta patience, ta tolérance,

ta bienveillance Montre-moi comment

apaiser ma douleur et mes peurs

Et, à mon dernier souffle, tiens ma main.

 

PRIÈRE A L'UNIVERS

Ralentis le rythme effréné de mes pensées.

Apaise les battements de on cœur.

Pour que je puisse mieux t'écouter.

Ralentis mes pas

Rappelle-moi de faire une pause

dans ma journée

Pour méditer, pour respirer.

Le soir venu, des désirs

qui brûle encore en moi

Les chardons de l'impatience

qui consument mon corps et mon âme.

Libère mon cœur des regrets et des attentes.

Apprends-moi le calme des montagnes.

Enseigne-moi la tranquillité des grands lacs

La sérénité de l'océan

La légèreté des fleurs de printemps.

Aide-moi à vivre simplement

A demeurer immobile plus longtemps

A conserver des moments de silence

Pour que je puisse mieux m'entendre.

Enseigne-moi ta patience, ta tolérance,

ta bienveillance Montre-moi comment

apaiser ma douleur et mes peurs

Et, à mon dernier souffle, tiens ma main.

 

 

 

 

Τίποτε δν συμβαίνει …. τυχαία…..

Δρ Ahmed, νας πολ γνωστς εδικς στν καρκίνο, ταξίδευε σ μία λλη πόλη γι να σημαντικ συνέδριο που πρόκειτο ν τιμηθε μ να βραβεο στν τομέα τς ατρικς ρευνας.....

ταν πολ νθουσιασμένος, βέβαια, ν παρευρεθε στ συνέδριο κα θελε ν φτάσει σο τ δυνατν πι γρήγορα....

Εχε δουλέψει πάρα πολ σκληρ στν ρευνά του κα θεωροσε τι ο προσπάθειές του ξιζαν τ βραβεο....

στόσο, μετ τν πογείωση το εροσκάφους, κα μετ π δύο ρες πτήση, τ εροπλάνο κανε ναγκαστικ προσγείωση στ πλησιέστερο εροδρόμιο λόγῳ  τεχνικς βλάβης κα πως ταν φυσιολογικ Δρ Ahmed ρχισε ν νησυχε τι θ χάσει τ συνέδριο.....

τσι, πγε μέσως στς πληροφορίες το εροδρομίου γι ν διερευνήσει ν πρχε λλη πτήση γι τν προορισμό του....

κοπέλα στς πληροφορίες τν νημέρωσε τι πόμενη πτήση θ ταν μετ π δέκα ρες, κι τσι θ ταν πολ ργ γι τ συνέδριο....

Τν συμβούλευσε μάλιστα τι ατ πο θ μποροσε ν κάνει θ ταν ν νοικιάσει ατοκίνητο κα ν δηγήσει μόνος του μέχρι τ συνέδριο, κάτι πο θ το παιρνε λιγότερο π τέσσερις ρες....

Μ χοντας λλη πιλογή, κα παρόλο πο δν το ρεσε ν δηγε σ μεγάλες ποστάσεις, κολούθησε τ συμβουλή……

Δρ Ahmed λοιπν νοικίασε να ατοκίνητο κα ρχισε τ ταξίδι του....

στόσο, σύντομα, μόλις φυγε π τ εροδρόμιο, καιρς ξαφνικ λλαξε κα ρχισε μία δυνατ καταιγίδα....

δυνατ βροχ δυσκόλευε σημαντικ τν ρατότητα κι τσι σ μία διασταύρωση δν πρόσεξε τς πινακίδες κα πρε λλο δρόμο π κενο πο πρεπε ν πάρει....

Μετ π δυ ρες δήγησης, κάτω π πολ σχημες καιρικς συνθκες ταν πι βέβαιος τι χάθηκε....

δηγώντας κάτω π ντονη βροχ κα δύσκολη ρατότητα, σ να ρημο δρόμο, κα ασθανόμενος πολ κουρασμένος κα πεινασμένος ρχισε ν ψάχνει γι ποιοδήποτε σημάδι ζως....

Μετ π λίγο, ταν καταιγίδα κόπασε κάπως, βρκε τελικ να μικρ παλι σπίτι, στν ρημιά....

Κάτω π μεγάλη πελπισία, κα μ χοντας λλη πιλογή, βγκε π τ ατοκίνητο κα χτύπησε τν πόρτα....

Μία μορφη κυρία νοιξε τν πόρτα....

Τς ξήγησε τί το εχε συμβε κα τν ρώτησε ν μποροσε ν χρησιμοποιήσει τ τηλέφωνό της....

κυρία, πολ στενοχωρημένη, το πάντησε τι δν χει τηλεφωνικ σύνδεση, λλ επε στν γιατρ τι θ μποροσε ν ρθει μέσα μέχρι ν βελτιωθε καιρός....

Πλήρως ξαντλημένος κα πεινασμένος δέχτηκε τν εγενική της πρόσκληση κα μπκε μέσα... κυρία το δωσε ζεστ τσάι κα παξιμάδι γι ν φάει....

Στ συνέχεια κυρία το επε τι προσευχόταν, ταν τς κτύπησε τν πόρτα, κα τι σκόπευε ν συνεχίσει τν προσευχή της....

Τν προσκάλεσε μάλιστα, ν θελε, ν προσευχηθε κι κενος μαζί της....

Δρ Ahmed χαμογέλασε κα τς επε τι δν πίστευε στς προσευχς οτε Στ Θε φυσικά, λλ κείνη θ μποροσε ν συνεχίσει τν προσευχή της……

Καθισμένος στ τραπέζι κα πίνοντας τ τσάι του, Δρ Ahmed παρακολούθησε τ γυνακα σ μία σκοτειν γωνι το δωματίου, κάτω π τ φς τν κεριν, πο προσευχόταν γι κάποιον, χοντας δίπλα της να μικρ παιδικ κρεβατάκι....

Ατ κράτησε γι ρκετ ρας, καθς κυρία κάθε φορ πο τελείωνε μία προσευχή, ρχιζε μία λλη....

Θεωρώντας τι γυνακα θ μποροσε ν χρειάζεται κάτι, γιατρς κμεταλλεύτηκε να μικρ διάλειμμα στς προσευχές της κα τν ρώτησε τί κριβς ζητοσε π Τ Θε κι ν Θες Εχε Εσακούσει, μέχρι τώρα κάποιαν π τς προσευχές της…….

κυρία χαμογέλασε μελαγχολικ κα το επε τι τ παιδ στ κρεβατάκι εναι γις τς ποος πάσχει π να σπάνιο τύπο καρκίνου κα πάρχει μόνο νας γιατρός, Δρ Ahmed, πο μπορε ν τν θεραπεύσει, λλὰ, δν χει χρήματα γι ν πληρώσει γι τν γχείρηση, κα πιπλέον Δρ Ahmed ζε σ μία πολ μακριν πόλη....

Το επε πίσης, τι Θες Δν νταποκρίθηκε μέχρι στιγμς στς προσευχές της, λλ ατ δν ταν λόγος ν σταματήσει ν προσεύχεται....

Πρόσθεσε πίσης, τι δν θ πέτρεπε στος φόβους της ν ξεπεράσουν τν πίστη της…… κα τι Θες κάποια μέρα Θ νταποκρινόταν……

Ξαφνιασμένος ….. κα φωνος ….. Δρ Ahmed ….. νοιωσε δάκρυα ν πλημμυρίζουν τ μάτια του….. κα ψελλίζοντας …. μ δυσκολία….. « Θες Εναι Μεγάλος»….. φερε στ μυαλ το τ σειρ τν γεγονότων στ ταξίδι του, μέχρι τ σημεο ατό….. τ βλάβη στ εροπλάνο…. τν καταναγκαστικ προσγείωση…. τν καταιγίδα….. τ χάσιμο το δρόμου…..

 Κατάλαβε κόμα τι λα ατ δν ταν τυχαα λλ συνέβησαν μ μία προκαθορισμένη κολουθία… τόσο γι ν νταποκριθε Θες στς προσευχς τς γυναίκας….. λλ κα γι Ν Δώσει στν διο τν εκαιρία ν βγε π τν λιστικ κόσμο πο ζοσε κα ν προσφέρει βοήθεια στος φτωχος νθρώπους πο ΔΕΝ ΕΧΟΥΝ ΤΙΠΟΤΕ ΑΛΛΟ ΕΚΤΟΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΤΟΥΣ ……… καί…. ,τι Συμβαίνει….. Συμβαίνει γι κάτι καλύτερο…….

Σκεπτόμενος ατά.....πλησίασε πρς τ παιδί..... κι νοιωσε μία ..... πέραντη γαλήνη..... ν πλημμυρίζει τν ψυχή του........

π τν Shadab Akram.

 

(κυκλοφόρει ες τ διαδίκτυο.)

 

Το αληθινό γεγονός πού καταγράφουμε έγινε γύρω στο 1940, πριν από την έναρξη του πολέμου.

Ένας ιερεύς ο παπα-Θεόδωρος κλήθηκε για να κοινωνήσει δύο χριστιανούς ετοιμοθάνατους. Έναν πλούσιο, σκληρό και φιλάργυρο και μια ενάρετη χήρα, που μεγάλωσε μόνη της,

με τιμιότητα και σωφροσύνη, σκληρό αγώνα και φτώχεια πολλή, εκείνα τα χρόνια, οκτώ παιδιά !!!

Ο παπα-Θεόδωρος πήρε μαζί τον διάκονο του, τον πατέρα Λαυρέντιο. Μπροστά ο νεωκόρος, στο πλάι ο διάκονος και ο ιερεύς με το άγιο Ποτήριο, ασκεπής και με τον Αέρα στους ώμους, (όπως εσυνηθίζετο τότε), πήγαν πρώτα στο σπίτι του πλούσιου, αλλά αυτός ούτε καν ήθελε να ακούσει για Θεία Κοινωνία! Μόνο φώναζε:

-Δεν είμαι εγώ για θάνατο! Έγινε ένας διάλογος, όσο ήταν δυνατόν, μεταξύ του ιερέως και του άρρωστου, αλλά αυτός ήταν ανένδοτος, δεν ήθελε να κοινωνήσει.

Λέγει τότε ο διάκονος, ο πατήρ Λαυρέντιος :

-Πάτερ Θεόδωρε, μου δίνετε, σας παρακαλώ το άγιο Ποτήριο, να πάω να κοινωνήσω την ετοιμοθάνατη κυρία Μαρία και εσείς να συζητήσετε με τον ασθενή μέχρι να γυρίσω ! Και εάν έχει πεισθεί, να τον Κοινωνήσουμε μετά;

-Να πας παιδί μου, με τις ευχές μου. Ο νεωκόρος μπροστά με το λαδοφάναρο και πίσω ο διάκονος με την Θεία Κοινωνία έφθασαν σε ένα φτωχικό σπιτάκι. Μπήκαν μέσα και είδαν γύρω από το κρεβάτι της κυρα-Μαρίας να παρευρίσκονται τα παιδιά,τα εγγόνια,

οι λοιποί συγγενείς της και όλοι να κλαίνε για την υπέροχη αυτή μητέρα, γιαγιά και συγγενή. Μόλις προχώρησε λίγο ο διάκονος, έμεινε ακίνητος ! Τι είδε ; Ανείπωτο θέαμα ! Περικυκλωμένη δεν ήταν μόνο από ανθρώπους ή αγιασμένη αυτή ψυχούλα, αλλά και από δεκάδες Αγγέλους και Αρχαγγέλους, που συνωστίζονταν μέσα στο δωμάτιο ποιος θα πρώτοχαϊδέψει και ποιος θα πρωτοαπαλύνει και θα πρωτοσφουγγίσει τον ίδρωτα αυτής της υπερευλογημένης μάνας !

Και δεν ήταν μόνο αυτό !!! Ακριβώς πάνω από το κεφαλάκι της, στο προσκεφάλι της δηλαδή, ήταν H Υπεραγία Θεοτόκος, η οποία με ένα θεοΰφαντο μαντήλι της σκούπιζε τον ίδρωτα του πυρετού από το μέτωπο της. Τα δε χείλη της ετοιμοθάνατης ψιθύριζαν : «Χαίρε,Νύμφη ανύμφευτε».

Και ω του θαύματος όλοι οι Άγγελοι έπεσαν «μπρούμυτα» και προσκύνησαν το εισερχόμενο πανάγιο Ποτήριο πού είχε μέσα το τίμιο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου !

Όλες οι Αγγελικές Δυνάμεις ! Και H Υπεραγία Θεοτόκος, κατά έναν ακατάληπτο τρόπο, ασπάσθηκαν το άγιο Ποτήριο και οδήγησαν τον διάκονο να κοινωνήσει την ετοιμοθάνατη.

Μετά τη Θεία Κοινωνία οι Άγγελοι πήραν, την ψυχή αυτής της ευλογημένης μάνας, την παρέδωσαν στα χέρια Tης Παναγίας και όλοι μαζί ανήλθαν στον Ουρανό. Άστραψε ο τόπος,μοσχοβόλησε το δωμάτιο και ο διάκονος με φόβο και χαρά απερίγραπτη και αγαλλίαση έφυγε και επέστρεψε στο σπίτι του πλουσίου. Μπήκε μέσα και τον κατέλαβε ρίγος, γιατί γύρω από το κρεβάτι του φιλάργυρου αυτού ανθρώπου, βρίσκονταν εκατοντάδες δαίμονες,οι όποιοι με τρίαινες φοβερές κατατρυπούσαν το σώμα του σε διάφορα σημεία : στα γόνατα, στα πόδια, στα χέρια, στις παλάμες, στην κοιλιά, στο λάρυγγα, στα μάτια, στο κεφάλι. Με όσα μέλη αμάρτησε, πάνω σ'αυτά τρυπούσαν οι δαίμονες. Ούρλιαζε, φώναζε ο ταλαίπωρος πλούσιος. Παρέδωσε το άγιο Ποτήριο τρέμοντας, στα χέρια του ιερέως, ο διάκονος και από τον τρόμο του λιποθύμησε.

O ιερεύς εις μάτην προσπαθούσε να πείσει τον πλούσιο να «ετοιμαστεί» για το τέλος ! Αυτός τίποτα ! Πέθανε τελικά χωρίς Θεία Κοινωνία και χωρίς Εξομολόγηση.


 “Οι γιατροί είχαν σηκώσει τα χέρια ψηλά..

Ήταν το 1984, στο Κεντρικό Νοσοκομείο Θεσσαλονίκης (νυν Γ. Γεννηματά), όταν οι ιατροί είχαν σηκώσει τα χέρια τους ψηλά σχετικά με την υγεία του αδελφού μου, και πως για να το κρατήσουν στη ζωή, έπρεπε στο χειρουργείο, να ακρωτηριάσουν το ένα του πόδι.

Εκείνο το χρονικό διάστημα, στην μονάδα ήταν και μία κυρία μαζί με την κόρη της, που γνώριζαν την χάρη Της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, και έδωσαν στην μητέρα μου… το βιβλιαράκι της, με τα θαύματα της, το λαδάκι, και το μήλο, που έπρεπε να νηστέψεις για 3 ημέρες και το πρωί της 4ης ημέρας έπρεπε να το πάρεις νηστικός.

Ήταν τόση μεγάλη η απελπισία μας, για την υγεία του αδελφού μου, που πλέον αρχίσαμε να χάνουμε και την πίστη μας στα θεία, παρά μόνο η μητέρα μου, που από μικρή ήταν στο χώρο της Εκκλησίας, και έλεγε στο τέλος θα τα καταφέρουμε, και Ο Θεός Δεν Θα Άφηνε τον αδελφό μου με ακρωτηριασμένο πόδι, για το υπόλοιπο της ζωής του, αν και ήταν τότε, μόνο 11 ετών…

Η μητέρα μου, διάβασε το βιβλιαράκι, λάδωσε τον αδελφό μου, και αποφασίσανε να νηστέψουν, μέχρι την ημέρα του χειρουργίου, αν και η κατάσταση της υγείας του αδελφού μου, δεν το επέτρεπε, σύμφωνα με τα λεγόμενα των ιατρών…

Και εκεί που κυλούσαν όλα μα όλα μέσα στην απελπισία, παρά μόνο η μάνα μου και το τονίζω, ήταν αισιόδοξη, το βράδυ της 3ης ημέρας της νηστείας, ξημερώματα, όπως διηγούνται ακόμη και σήμερα, ο αδελφός μου, και η μητέρα μου, εμφανίστηκε στο δωμάτιο τους στο νοσοκομείο, Μια Μαυροφορούσα. Ξύπνησαν μόνο η μάνα μου, που κοιμόταν σε μια καρέκλα σχεδόν 100 ημέρες δίπλα στον αδελφό μου, αλλά και ο αδελφός μου.

Η κοπέλα, με την μητέρα της, που ήταν στο ίδιο δωμάτιο, δεν ξύπνησαν….(η κοπέλα ήταν η αδελφή της Δέσποινας Βανδή, η δεσποινίς Μαλέα παρακαλώ, αλλά δεν θα μείνω καθόλου σε αυτό το γεγονός, αλλά η πορεία μας στην χάρη Της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, ξεκίνησε από την οικογένεια Μαλέα) Πλησίασε Η Μαυροφορούσα τον αδελφό μου, και την μητέρα μου, και τους είπε:

Είμαι Η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, δεν θέλω να στεναχωριέστε, γιατί όλα θα πάνε καλά.

Με το που το είπε άπλωσε το χέρι της, από την πατούσα του αδελφού μου, μέχρι το κεφάλι του, και του είπε:

Δεν έχεις να φοβάσαι τίποτα τώρα, είσαι και εσύ ένα από τα παιδιά μου… Με το που το είπε, έφυγε με την ίδια ηρεμία που προσήλθε στο δωμάτιο από την πόρτα, όπως ένας κανονικός άνθρωπος. Έντρομος ο αδελφός μου, παιδί 11 ετών, με κλάματα η μάνα μου, που είχε αισθανθεί το θαύμα, δεν κλείσανε μάτι όλο το υπόλοιπο της νύχτας. Το πρωί, ολοκλήρωσαν την νηστεία, με την λήψη του αγίου μήλου, Της Οσίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, ώσπου ήρθε η ώρα που κάνανε την πρωινή εμφάνιση τους οι γιατροί στο δωμάτιο, και δώσανε εντολή στους νοσοκόμους να ετοιμάσουν τον αδελφό μου, για τις τελευταίες εξετάσεις, πρίν από το χειρουργείο…

Η μάνα μου τους ακολούθησε μέχρι το ακτινολογικό, εκεί που θα γινόντουσαν και οι τελευταίες εξετάσεις, λίγο πριν το χειρουργείο, για τον ακρωτηριασμό…

Πέρασαν σχεδόν 20 λεπτά, και έβλεπε η μάνα μου, τους ακτινολόγους και άλλων τμημάτων, να εισέρχονται στο χώρο, που φτιάχνανε τις εξετάσεις του αδελφού μου, όταν πλέον είδε να φτάνει και όλο το team των ιατρών, πανικόβλητο, μπρος σε όλα αυτά που τους έλεγαν οι ακτινολόγοι από τα εσωτερικά τηλέφωνα…

Μετά από 1 ολόκληρη ώρα παρακαλώ, βγήκε ο καθηγητής της Ορθοπαιδικής (Ιατρικής Σχολής-ΑΠΘ),κύριος Βασίλειος Παπαβασιλείου, και λέει στην μητέρα μου:

Εγώ σηκώνω τα χέρια ψηλά. Αυτά που βλέπω τώρα, Είναι Θέλημα Θεού. Το παιδί δεν έχει τίποτα, και μπορείτε να το πάρετε από το νοσοκομείο και να φύγετε, ακόμη και τώρα, αλλά όπου και αν πάτε, σταματήστε σε μια εκκλησία να ευχαριστήσετε Τον Θεό, που Έκανε ένα από τα μεγαλύτερα θαύματα, για μένα, στην Ιατρική επιστήμη…

Η μάνα μου άρχισε τα κλάματα, κατάλαβε ότι Η χάρη Της Αγίας Ειρήνης Χρυσοβαλάντου, δεν άφησε να τυραννηθεί ούτε η ίδια, αλλά ούτε και ο αδελφός μου. Από τότε μας έγινε Η Αγία Ειρήνη η Χρυσοβαλάντου, Η Αγία της οικογένειας μας βοήθησε άπειρες φορές, ακόμη και με περίπτωση καρκίνου στο στήθος της μητέρας μου, που τελικά πάνω κάτω έκανε και πάλι την εμφάνιση της Η Αγία μας, και όπως ήρθε το κακό, έτσι έφυγε.

Ο αδελφός μου θα τιμήσει για τα θαύματα, Την Αγία Ειρήνη Την Χρυσοβαλάντου, με το να δώσει στο πρώτο του παιδί, το όνομα της Αγίας, και εγώ στο τρίτο μου παιδί…”




Αγία τού Θεού Ειρήνη Χρυσοβαλάντου 

πρέσβευε υπέρ πάντων ημών αμήν.


 

 

 

Τὸ τηγανόψωμο τοῦ ζητιάνου.

Μία γυνακα καμνε κάθε μέρα τηγανόψωμα γι τν οκογένειά της κα να τηγανόψωμο πιπλέόν , το ποιό το φηνε στ περβάζι το παραθύρου της , στε ν τ πάρει ποιος περαστικς πεινάει κα θέλει ν τ φάει. γυνακα εχε ναν γι , πο πγε σ μακριν μέρος γι ν ναζητήσει τν τύχη του . Γι πολλος μνες δν εχε καμία εδηση γι ατον , ποτε γυνακα φήνοντας τ τηγανόψωμο στ περβάζι , καμνε κα μι προσευχ γι τὴν ἀσφαλῆ πιστροφ το γιο τς κοντά της.

Κάθε μέρα ρχότανε νας λικιωμενος ζητιάνος κα παιρνε τ τηγανόψωμο. ντ μως ν ψελίσσει στω να εχαριστ , μουρμούριζε ζητιάνος, καθς πομακρυνότανε , τ παρακάτω λόγια:

" Τ κακ πο κάνεις, παραμένει μαζί σου.

Τ καλ πο κάνεις, γυρνάει πίσω σέ σένα ! "

Ατο συνεχιζότανε καθημερινά. Κάθε μέρα ρχότανε λικιωμενος ζητιάνος , παιρνε τ τηγανόψωνο κα μουρμούραγε τ δια λόγια :

" Τ κακ πο κάνεις, παραμένει μαζί σου.

Τ καλ πο κάνεις, γυρνάει πίσω σέ σένα ! "

γυνακα ρχισε σιγ-σιγ ν νοχλεται κα ν κνευρίζεται π ατη τ συμπεριφορ Το ζητιάνου , πολ περισσότερο πειδ δν μποροσε ν κατανοήσει τ νόημα τν φράσεων, πο μουρμούραγε ατός. Θ μποροσε βεβαίως ν τν ρωτήσει εθέως τί ννοει , λλα δν θελε ν τ κάνει , πειδ τ θεωροσε ποτιμητικ γι τν αυτό της.

Σκέφτηκε λοιπν γυνακα μ ποιν τρόπο Θ μποροσε ν διακόψει τ συγκεκριμένη σχέση , πο ναπτύχθηκε μ τν λικιωμενο ζητιάνο κα ποφάσισε Ν τν πομακρύνει, δηλητηριάζοντας τ κομμάτι το τηγανόψωμου, πο φηνε στ παράθυρο.

βαλε λοιπν δηλητήριο στ τηγανόψωμο , τ μετέφερε στ περβάζι το παραθύρου , λλα ταν πιχείρησε ν τ φησει κεί τα χέρια τς πέτρωσαν.

" Τί εναι ατο πο κάνω; " ναρωτήθηκε.

" Εναι δυνατν ν γίνω ατια ν χάσει νας νθρωπος τ ζωή του , πο στ κάτω-κάτω δν μο χει κάνει κανένα κακό; "

μέσως πέταξε τ τηγανόψωνο στν φωτι κα τοιμασε να λλο , τ ποιο κα φησε στ περβάζι. πως συνήθιζε λικιωμενος ζητιάνος ρθε , πρε τ τηγανόψωνο κα πομακρύνθηκε μουρμουρίζοντας :

" Τ κακ πο κάνεις, παραμένει μαζί σου.

Τ καλ πο κάνεις, γυρνάει πίσω σέ σένα ! "

ζητιάνος προχώρησε στ δρόμο του, ετυχς γνοωντας κα τν ταραχ πο σπειρε στ μυαλ τς γυναίκας , λλα Κα τί κακ σκέφτηκε ατη ν το κάνει.

Τ βράδυ τς διας της μέρας , ξαφνικ χτύπησε πόρτα τς γυναίκας κα νοίγοντας βλέπει κπληκτη τν ξενιτεμένο γιό της . Δυσκολεύτηκε ν τν γνωρίσει , πειδ ατος εχε δυνατίσει σ πίπεδο λιμοκτονίας , τ πρόσωπό του ταν χρό , τα ροχα το ταν κουρελιασμένα κα σκισμένα. Μόλις το νοιξε μητέρα το , πεσε στν γκαλιά της κα τς επε:

" Μαμά, εναι θαμα πο εμαι δ. ν βρισκόμουν λίγα χιλιόμετρα μακριά, μουν τόσο πεινασμένος πο κατέρρευσα στν δρόμο . κεινη τν ρα πέρασε δίπλα μου νας λικιωμένος ζητιάνος , ποιος σταμάτησε γι ν μ βοηθήσει . Τν παρακάλεσα ν χει ν μο δώσει κάτι ν φάω , πειδ μουν ξουθενωμένος π τν πενα κα κενος μου δωσε να τηγανόψωμο . πως μου τ δωσε, επε:

" Ατο εναι ατ πο τρώω καθημερινά. Σήμερα, θ σο τ δώσω, γιατί νάγκη σου εναι μεγαλύτερη π τ δική μου! "

ταν μητέρα κουσε ατά τα λόγια π τν γιό της, χλώμιασε κα ταν τοιμη ν λιποθυμήσει. γειρε κα στηρίχτηκε πάνω στ πόρτα. Θυμήθηκε τ δηλητηριασμένο τηγανόψωμο , πο εχε τοιμάσει τ πρω γι τν ζητιάνο. ν δν τ εχε ντικαταστήσει κα δν τ καιγε στ φωτιά, θ τ εχε φάει γιός της κα σίγουρα θ χανε τ ζωή του !

ταν τότε πο συνειδητοποίησε γυνακα τ σημασία τν λέξεων:

" Τ κακ πο κάνεις, παραμένει μαζί σου.

Τ καλ πο κάνεις, γυρνάει πίσω σέ σένα ! "

Κνε τ καλ μ τν πρώτη εκαιρία κα μν σταματς ποτ ν κάνεις καλό, κόμα κα ταν φαίνεται, τι δν τ κτιμάει κανείς.



Ἕνα πραγματικὸ γεγονὸς ποὺ ἔλαβε χώρα πρὶν χρόνια στὴν Κρήτη. Λοιπόν. Σὲ κάποια ἀπὸ τὶς Θεῖες Λειτουργίες τοῦ μακαριστοῦ πλέον παπὰ-Σταύρου Τσαγκαράκη ποῦ ἐκοιμήθη {+2018}, προσῆλθε γιὰ νὰ κοινωνήσει καὶ ἕνας Ἑλληνοαμερικανικὸς κάπου στὰ 40 του.
Ὅταν ἔφτασε ἡ σειρὰ τοῦ Ἕλληνα ὁμογενῆ γιὰ νὰ λάβει τὴν Θεία Κοινωνία συνέβη κάτι ποὺ συντάραξε τὸν κεκοιμημένο πλέον παπὰ-Σταῦρο:
Προσπάθησε 2-3 φορὲς νὰ βγάλει τὴν Ἁγία Λαβίδα ἀπὸ τὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο, χωρὶς ἐν τούτοις αὐτὸ νὰ εἶναι δυνατό!
Ἡ Ἁγία Λαβίδα εἶχε κυριολεκτικὰ «κολλήσει» μέσα στὸ Ἅγιο Δισκοπότηρο.
Ὁ μακαριστὸς καὶ ἔμπειρος ἱερέας Tοῦ Ὑψίστου μὲ ἁπλότητα, πραότητα καὶ πατρικὸ λόγο λέει ψιθυριστὰ στὸν Ἑλληνοαμερικανό : «Στάσου λίγο πιὸ πέρα, περίμενε, μὴ φύγεις».
Ἀφοῦ κοινώνησαν οἱ ἐκκλησιαζόμενοι, ὁ παπὰ-Σταῦρος εἶπε στὸν Ἕλληνα ὁμογενὴ : «Πέρασε μέσα στὸ Ἱερὸ καὶ περίμενε».
Στὴ συνέχεια καὶ ἀφοῦ τελείωσε ἡ Θεία Λειτουργία καὶ τὴν κατάλυση τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου, ὁ π. Σταῦρος ἔβαλε τὸ πετραχήλι του καὶ ἄρχισε νὰ ἐξομολογεῖ τὸν ὁμογενὴ. «Πὲς παιδί μου γιὰ τὴ ζωή σου. Μὲ τί ἀσχολεῖσαι ; Ποῦ ἐργάζεσαι; κλπ..».

Ὁμογενής : «Πάτερ ἐργάζομαι σὲ μία διάσημη ἑταιρεία πληροφορικῆς στὴν Ἀμερική. Παίρνω ἕναν καλό μισθὸ ποὺ ἔχει ἐπίσης καὶ πολλὰ ἄλλα οἰκονομικὰ κίνητρα, παροχὲς καὶ ἐξτρὰ ἀνταμοιβές. Εἴμαστε πρωτοπόροι στὸν κλάδο μας καὶ εἰδικὰ σὲ θέματα παρακολούθησης, ἐλέγχου καὶ ἐμφυτευμάτων τσὶπ σὲ ἀνθρώπους. Καὶ φυσικὰ ἔχω καὶ ἐγὼ ἕνα τέτοιο ἐμφύτευμα στὸ χέρι μου..».
Παπὰ-Σταῦρος : «Ἄκουσε παιδί μου, αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ Tὸ Πανάγιο Σῶμα καὶ Tὸ Πανακήρατο Αἷμα Tοῦ Κυρίου μας, Δὲν Ἤθελε Νὰ Ἔρθει στὸ δικό σου σῶμα ! Εἶναι ἐμπόδιο αὐτὸ τὸ τσὶπ ποὺ φέρεις στὸ χέρι σου. Διότι, παιδί μου, ὅταν οἱ ἄνθρωποι λάβουν αὐτὸ τὸ τσὶπ, ἢ σφράγισμα τοῦ ἀντιθέτου, ἀρνοῦνται Tὸν Κύριο! Ὅταν ἐπιστρέψεις στὴν Ἀμερική, πρέπει νὰ φροντίσεις νὰ ἀφαιρεθεῖ ἀπὸ τὸ σῶμα σου αὐτὸ τὸ τσίπ. Τὸ συντομότερο δυνατό. Διότι, παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶσαι βαπτισμένος Ὀρθόδοξος Χριστιανός, παραταῦτα, ἔχει ἤδη φύγει ἀπὸ ἐπάνω σου ἡ Θεία Χάρις μὲ αὐτὸ τὸ ἐμφύτευμα τοῦ ἀντιθέτου. Κλπ.. ».
Τὸ ἑπόμενο καλοκαίρι, ὁ ἴδιος Ἑλληνοαμερικανικὸς πάει πάλι στὸν Ἱερὸ Ναὸ καὶ στὸν παπὰ- Σταῦρο γιὰ νὰ λειτουργηθεῖ καὶ νὰ κοινωνήσει. Αὐτὴ τὴ φορὰ ὅλα γίνονται κανονικά, χωρὶς προβλήματα καὶ ἐκπλήξεις. Στὸ τέλος τῆς ἱερᾶς Ἀκολουθίας ὁ παπὰ-Σταῦρος ρώτησε τὸν ὁμογενὴ : «Τί ἔκανες παιδί μου μὲ τὸ τσὶπ καὶ σήμερα ὅλα πῆγαν κατὰ Tὴν Eὐχὴ Tοῦ Θεοῦ;».
Ἕλληνας ὁμογενής : «Πάτερ, πέρυσι, μὲ τὸ ποὺ ἐπέστρεψα στὶς ΗΠΑ πῆγα ἀμέσως καὶ ὑπέβαλα τὴν παραίτησή μου στὴν ἑταιρεία ὅπου ἐργαζόμουν καὶ στὴ συνέχεια, μετὰ ἀπὸ χειρουργεῖο, ἀφαιρέθηκε τὸ τσιπάκι ἀπὸ τὸ χέρι μου. Πλήρωσα γι΄ αὐτὴ τὴν ἐπέμβαση πολλὲς χιλιάδες δολάρια. Τὸ δικό μου τσιπάκι ἦταν τύπου τατουὰζ μὲ μικροβελόνες καὶ γιὰ αὐτὸ τὸ λόγο χρειάσθηκε πολύωρη χειρουργικὴ ἐπέμβαση γιὰ νὰ μοῦ ἀφαιρεθεῖ, μαζὶ καὶ μὲ ἕνα κομμάτι ἀπὸ τὸ σῶμα μου ! Μετέπειτα, ἔψαξα καὶ βρῆκα μία ἄλλη ἐργασία μὲ πολὺ λιγότερα χρήματα. Καὶ ὅπως μου εἴπατε, ἔκανα γενικὴ ἐξομολόγηση, κρατῶ τὰ ἱερὰ μυστήρια καὶ τοὺς ἱεροὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἀκολουθῶ μία πνευματικὴ ζωή. Δόξα τῷ Θεῶ, εἶμαι πολὺ χαρούμενος ποὺ ζῶ πλέον κοντὰ Στὸν Κύριο. Τὴν εὐχὴ σας πάτερ μου. Νὰ ἀσπασθῶ τὴν δεξιά σας».

ΠΗΓΗ : orthodoxia.gr



Ὁ Γέροντας Παΐσιος διηγήθηκε σὲ πνευματικό του τέκνο τὸ ἀκόλουθο θαυμαστὸ γεγονὸς , τὸ ὁποῖο συνέβη στὸν ἴδιο

-Κάποτε , ὄτα ἤμουν στὸν Τίμιο Σταυρὸ , ἀρρώστησα βαριά. Ἦταν χειμῶνας βαρύς, εἶχε πέσει τόσο χιόνι ποὺ κανένα δέντρο δὲν ἔμοιαζε γιὰ δέντρο. Ὅλα ἦταν πνιγμένα στὸ λευκά, τὰ μονοπάτια εἶχαν χαθεῖ, τὰ πουλιὰ εἶχαν λουφάξει, τὰ σύννεφα καὶ ἡ ὁμίχλη σκέπαζαν τὸν Ἄθωνα. Δὲν εἶχαν καμμία ἐπικοινωνία μὲ τὸ μοναστῆρι τοῦ Σταυρονικήτα , μου ἦταν ἀδύνατο νὰ ζήσω περισσότερο ἀπὸ λίγες μέρες, γιατί ἡ ἀρρώστια μὲ εἶχε παραλύσει τελείως.

Περίμενα Τὸν Κύριο Νὰ μοῦ Πάρει τὴν ψυχὴ καὶ Νὰ τὴν Ὁδηγήσει στὸ ἔλεος Τῆς Εὐσπλαγχνίας Τοῦ. Οὔτε ἕνα τσάι δὲν μποροῦσα νὰ φτιάξω, οὔτε τὴ σόμπα νὰ ἀνάψω, οὔτε νερὸ νὰ πιῶ εἶχα. Ἡ ζωή μου ἦταν ἀφημένη στὸ ἔλεος Τοῦ Θεοῦ. Ἔλεγα « Ἰδοὺ Κύριε, εἰς τὸ ἔλεός Σου ἐλπίζω μὴ μὲ Ἐγκαταλείψεις !»

Ὕστερα ἀπὸ λίγη προσευχὴ ποὺ μὲ πολὺ κόπο ψέλλισα, εἶδα νὰ ἐμφανίζονται στὸ κελλί μου μέσα ἄγγελοι καὶ ἅγιοι, ἀπεσταλμένοι Τοῦ Θεοῦ. Ταχὺ μὲ προκατάλαβε Ἡ Χάρη Τοῦ Θεοῦ. Εὐχαριστοῦσα καὶ δοξολογοῦσα Τὸν Σωτῆρα μου. Δάκρυσα. Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους φρόντιζε γιὰ τὴ σόμπα, ἄλλος ἑτοίμαζε φαγητὸ ζεστό, φέρνανε καὶ εὐωδιαστὰ ψωμιά. Βρέθηκα στὸν Παράδεισο. Τί ἄλλο ἤθελα.

Οἱ ἅγιοι ἄρχισαν νὰ μὲ στηρίζουν μὲ λόγους παρηγορίας καὶ μὲ παρακλήσεις. Καὶ μόνο ἡ θέα τους μὲ ξεκούραζε, μὲ ἐνίσχυε καὶ μοῦ ἔδινε ἐλπίδα. Καθίσανε μαζί μου ὥσπου ἔγινα καλὰ καὶ μποροῦσα νὰ οἰκονομήσω τὸν ἑαυτό μου. Μετὰ φύγανε.

Μία βδομάδα καθίσανε. Ὅταν μετὰ ἀπὸ καιρὸ σηκώθηκα βγῆκα ἀπὸ τὸ κελὶ καὶ κοίταξα γύρω τὴ φύση μὲ διαφορετικὸ βλέμμα . Ὅλα ἔλαμπαν μέσα στὸ ἄκτιστο φῶς τῆς χάρης Τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν ἤμουν ἄξιος ἀλλὰ ἡ ἄπειρη ἀγαθότητα Τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀγάπη Τοῦ ἐκδηλώθηκαν μὲ αὐτὸ τὸν τρόπο.

Πάντως ἔνοιωθα τόση χάρη νὰ μὲ πληρώνει ἐσωτερικὰ ποὺ ἔλεγα «Φτάνει Θεέ μου, δὲν ἀντέχω ἄλλο. Θὰ σκάσω. Ἢ πᾶρε μὲ κοντά Σου ἢ λιγόστεψε τὴ χάρη πού μου ἔδωσες. Ἂν τόση χάρη μου δίνεις τώρα, φαντάζομαι στὸν Παράδεισο τί θὰ γίνεται.»

Βοήθεια μᾶς Ἀμήν.




[Μαρτυρία Γ.Δ. πολιτικοῦ μηχανικοῦ]:

Ἀριστερὰ ἀπ’ τὴν πύλη τοῦ Μοναστηριοῦ εἶχε γίνει μία ὑπόγεια δεξαμενὴ καὶ πάνω σ’ αὐτὴ χτίζονταν τότε οἱ ξενῶνες.

Ἕνα μεσημέρι Ὁ Ἅγιος  [Ἅγιος Πορφύριος] μου ζήτησε νὰ πάω νὰ ἐλέγξω τὸ σιδέρωμα μίας πλάκας. Πιθανὸν μὲ τὸ χάρισμά του ἔβλεπε ὅτι γίνονταν λάθη.

Πῆγα καὶ διαπιστώνοντας σοβαρὰ λάθη, φώναξα τὸν σιδερὰ ποὺ ἐργαζότανε σιωπηλὸς καὶ τὸν ἐπέπληξα.

Ἦταν πολὺ εὐγενικὸς καὶ ἄρχισε νὰ τὰ διορθώνει.

Ἦρθε καὶ ὁ κ. Γ. Α. [πρώην δικαστικὸς καὶ ὁ πιὸ στενὸς συνεργάτης Τοῦ Ἁγίου  Πορφυρίου] καὶ ἐπειδὴ δὲν εἴχαμε ἕνα πρόχειρο χαρτὶ γιὰ νὰ σημειώσουμε κάποιες μετρήσεις, ζητήσαμε χαρτὶ ἀπ’ τὸν σιδερά.

Ἡ μία πλευρὰ ἦταν λευκὴ καὶ ἡ ἄλλη εἶχε διάφορες ἐξισώσεις, ἀνώτατα μαθηματικά τοῦ Πολυτεχνείου.

Τότε ὁ κ. Γ. μοῦ ἀποκάλυψε ὅτι ὁ σιδερὰς ἦταν… καθηγητὴς τοῦ Πολυτεχνείου!

Τί ἦταν αὐτὸ ποῦ ἔκανε αὐτὸν τὸν ἰδιαίτερα μορφωμένο ἄνθρωπο νὰ ἐργάζεται μὲ τόση αὐταπάρνηση μέσα στὸν ἥλιο σὲ μία ἐργασία ἰδιαίτερα δύσκολη; Καὶ αὐτό, διότι τὰ σίδερα εἶναι πολὺ βαριά.

Ὁ κ. Γ. μοῦ ἀποκάλυψε τὸ πρῶτο θαῦμα ποὺ ἔζησε αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος κοντὰ στὸν Ἅγιο.

Κάποτε, ἕνα πολὺ στενὸ πνευματικὸ παιδὶ Τοῦ Ἁγίου πῆρε μὲ τὸ αὐτοκίνητό του τὸν Ἅγιο καὶ ξεκίνησαν νὰ πᾶνε στὴν Παρνηθα μέσῳ Αὐλῶνα. Στὸ πίσω κάθισμα ἦταν ὁ καθηγητὴς τοῦ Πολυτεχνείου μαζὶ μὲ ἄλλα δύο ἄτομα.

Καθὼς ξεκινήσανε καὶ Ὁ Ἅγιος ἄρχισε νὰ τοὺς λέει διάφορα πνευματικά, ὁ ὁδηγὸς πρόσεξε τὸν δείκτη τῶν καυσίμων.

Ἐπειδὴ ἦταν σχεδὸν τέρμα ἀριστερὰ καὶ τὰ καύσιμα τελειώνανε, διέκοψε Τὸν Ἅγιο λέγοντας:

– Γέροντα, θὰ σταματήσω νὰ βάλουμε καύσιμα.

– Προχώρα, προχώρα εὐλογημένε…

Μετὰ ἀπὸ λίγη ὥρα στὸ ταμπλὸ ἄναψε τὸ προειδοποιητικὸ φωτάκι τῶν καυσίμων καὶ ὁ ὁδηγὸς ζήτησε πάλι νὰ σταματήσουνε σὲ κάποιο βενζινάδικο, ἀλλὰ Ὁ Ἅγιος ἀρνήθηκε.

Μόλις πλησιάζανε στὸ βουνό, ὁ ὁδηγὸς εἶδε μπροστά του τὸ τελευταῖο πρατήριο καυσίμων καὶ ἀνήσυχος διέκοψε Τὸν Ἅγιο ποὺ χαρούμενός τους μιλοῦσε γιὰ Τὸν Χριστό:

– Γέροντα, βενζινάδικο! Ἡ βενζίνη τελειώνει, ἐὰν δὲν βάλουμε καύσιμα τώρα, θὰ μείνουμε στὸ βουνό. Ἄλλο βενζινάδικο δὲν ὑπάρχει!

– Προχώρα, προχώρα…

Καὶ συνέχισε νὰ μιλάει γιὰ Τὸν Χριστό, ἐνῷ ὁ ὁδηγὸς στεναχωρέθηκε καὶ δὲν μποροῦσε πλέον νὰ παρακολουθήσει ὅσα ἔλεγε Ὁ Ἅγιος.

Στὴν Παρνηθα ὑπάρχει ἕνα ἀτελείωτο, δαιδαλῶδες δασικὸ δίκτυο καὶ σὲ λίγο τα καύσιμα θὰ ἐξαντλοῦνταν. Ἀφοῦ προχώρησαν ἀρκετὰ μέσα στὸ βουνό, ἡ μηχανὴ ἔσβησε καὶ τὸ αὐτοκίνητο ἀκινητοποιήθηκε.

Ὁ ὁδηγὸς ἀγανακτισμένος τοῦ εἶπε:

– Τώρα ; Γέροντα, ἐγὼ σᾶς τὰ λεγα! Τώρα τί θὰ γίνει;

– Προχώρα, εὐλογημένε…

Ὁ ὁδηγὸς πῆγε νὰ δείξει Στὸν Ἅγιο τὸν δείκτη τῶν καυσίμων καὶ ἔκθαμβος βλέπει τὸν δείκτη ἀπὸ τέρμα ἀριστερὰ νὰ πηγαίνει τέρμα δεξιὰ καὶ ἡ μηχανὴ ἄρχισε νὰ δουλεύει!

Γιὰ λίγο ὅλοι τα εἴχανε χαμένα καὶ πρῶτος ὁ καθηγητὴς ἄνοιξε τὴν πόρτα καὶ βγῆκε ἔξω ἐμφανῶς ξαφνιασμένος.

Ὅλοι μαζί, ἔλεγξαν ξανὰ καὶ ξανὰ τὸ ρεζερβουὰρ ποὺ εἶχε ὑπερχειλίσει καὶ μετὰ πήγανε Στὸν Ἅγιο ποὺ ἤρεμος καθότανε στὴ θέση τοῦ συνοδηγοῦ.

Ὁ καθηγητὴς τοῦ εἶπε:

– Καλόγερε, ξέρω ὅλα τα μαθηματικὰ ποὺ ὑπάρχουν, ξέρω ὅλη τὴ φυσικὴ καὶ τὴ χημεία, ἀλλὰ αὐτὸ δὲν τὸ ξέρω… τί ἔγινε ἐδῶ; Πές μου πῶς ἔγινε τώρα αὐτό;

– Βρὲ εὐλογημένοι, πῶς κάνετε ἔτσι; Μᾶς Ἔβαλε Ὁ Κύριος λίγη βενζίνη ποὺ τὴν εἴχαμε ἀνάγκη καὶ κάνετε ἔτσι;

Αὐτὸ ἦταν τὸ πρῶτο θαῦμα ποὺ εἶδε ὁ καθηγητὴς ἀπ’ Τὸν Ἅγιο κι αὐτὸ τὸν ταρακούνησε. Ἀπὸ τότε ἀφοσιώθηκε κοντὰ τὸν καὶ τὸν ἀγαποῦσε πάρα πολύ.

Κάποτε τοῦ εἶπε:

– Γέροντα, τὰ παρατάω ὅλα… (τὶς ἐπιστῆμες). Πές μου τί θέλεις νὰ κάνω γιὰ σένα;

– Ἐὰν θέλεις, νὰ ἔρχεσαι στὸ Μοναστῆρι καὶ νὰ βοηθᾷς.

Καὶ πράγματι πήγαινε στὸ Μοναστῆρι καὶ διάλεγε τὶς πιὸ δύσκολες ἐργασίες. Καὶ τὶς ἔκανε μὲ πνεῦμα αὐτοθυσίας.